ΜΥΝΗΜΑ ΗΜΕΡΑΣ
ΣΑΣ ΠΑΡΑΚΑΛΟΥΜΕ
ΓΙΑ ΑΡΙΣΤΗ
ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΤΕ
FIREFOX
ή
GOOGLE CHROME
ΣΥΜΒΑΤΟΤΗΤΑ
ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΤΕ
FIREFOX
ή
GOOGLE CHROME
Κάθε μέρα το πρωί ...
... βάλε αρχή σε κάθε αρετή και εντολή του θεού. Και αγωνίσου
Με πολλή υπομονή
Με φόβο και μακροθυμία,
Με αγάπη θεού,
Με όλη την προθυμία ψυχής και σώματος,
Με ταπείνωση πολλή,
Με υπομονή θλίψης της καρδιάς και προσεκτική φύλαξη της
Με προσευχή πολλή
Με προσευχή για τους άλλους με στεναγμούς,
Με αγνότητα γλώσσας,
Με προσοχή στα μάτια.
Να μη οργίζεσαι κι αν ακόμα σε ατιμάζουν, αλλά έχοντας ειρήνη μέσα σου•
Να μην ανταποδίνεις κακό αντί κακού
Να μην προσέχεις τα λάθη των άλλων
Να μη δίνεις αξία στον εαυτό σου, πού είναι κάτω από όλα τα κτίσματα
Να αντιτάσσεται και να απαρνείσαι την ύλη και όλα όσα έχουν σχέση με τη σάρκα.
Να ζεις:
Με διάθεση άρσης σταυρού, Με αγωνιστικό φρόνημα, Με πτωχεία του πνεύματος,
Με άσκηση και προαίρεση πνευματική,
Με μετάνοια και δάκρυα,
Με αγώνα πολέμου,
Με διάκριση,
Με αγνότητα ψυχής,
Με φαγητό όπως πρέπει,
Δουλεύοντας με ησυχία το εργόχειρο,
Με νυχτερινές αγρυπνίες,
Υπομένοντας την πείνα και τη δίψα, το κρύο και τη γύμνια,
Κοπιάζοντας. και πάνω άπ' όλα και μαζί μ' αυτά:
Να κλείνεις ό ίδιος τον τάφο από πάνω σου σαν να έχεις πεθά¬νει,
Έχοντας το φρόνημα πώς κοντά σου βρίσκεται ό θάνατος κά¬θε στιγμή...
Θα θελήσει άραγε να ακούσει ό σύγχρονος άνθρωπος τα μηνύματα αυτά πού μας στέλνουν οι αρχαίοι ασκητές της Θηβαΐδος και οι άλλοι αντίστοιχοί τους; Θα το θελήσει;
Με πολλή υπομονή
Με φόβο και μακροθυμία,
Με αγάπη θεού,
Με όλη την προθυμία ψυχής και σώματος,
Με ταπείνωση πολλή,
Με υπομονή θλίψης της καρδιάς και προσεκτική φύλαξη της
Με προσευχή πολλή
Με προσευχή για τους άλλους με στεναγμούς,
Με αγνότητα γλώσσας,
Με προσοχή στα μάτια.
Να μη οργίζεσαι κι αν ακόμα σε ατιμάζουν, αλλά έχοντας ειρήνη μέσα σου•
Να μην ανταποδίνεις κακό αντί κακού
Να μην προσέχεις τα λάθη των άλλων
Να μη δίνεις αξία στον εαυτό σου, πού είναι κάτω από όλα τα κτίσματα
Να αντιτάσσεται και να απαρνείσαι την ύλη και όλα όσα έχουν σχέση με τη σάρκα.
Να ζεις:
Με διάθεση άρσης σταυρού, Με αγωνιστικό φρόνημα, Με πτωχεία του πνεύματος,
Με άσκηση και προαίρεση πνευματική,
Με μετάνοια και δάκρυα,
Με αγώνα πολέμου,
Με διάκριση,
Με αγνότητα ψυχής,
Με φαγητό όπως πρέπει,
Δουλεύοντας με ησυχία το εργόχειρο,
Με νυχτερινές αγρυπνίες,
Υπομένοντας την πείνα και τη δίψα, το κρύο και τη γύμνια,
Κοπιάζοντας. και πάνω άπ' όλα και μαζί μ' αυτά:
Να κλείνεις ό ίδιος τον τάφο από πάνω σου σαν να έχεις πεθά¬νει,
Έχοντας το φρόνημα πώς κοντά σου βρίσκεται ό θάνατος κά¬θε στιγμή...
Θα θελήσει άραγε να ακούσει ό σύγχρονος άνθρωπος τα μηνύματα αυτά πού μας στέλνουν οι αρχαίοι ασκητές της Θηβαΐδος και οι άλλοι αντίστοιχοί τους; Θα το θελήσει;
H ΠΙΣΤΗ
Blog Archive
- 2018 (1)
- 2017 (15)
- 2015 (9)
- 2014 (25)
-
2013
(1178)
- Δεκεμβρίου(6)
- Νοεμβρίου(12)
- Σεπτεμβρίου(18)
- Ιουνίου(16)
- Μαΐου(192)
- Απριλίου(145)
-
Μαρτίου(173)
- Απόσπασμα από ανέκδοτες επιστολές Αγίου Λουκά Κριμ...
- Πρόσεξε .............
- Η Λειτουργία μετά των τυπικών
- Η ΝΟΕΡΑ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ Η ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ ΤΗΣ
- ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΩΝ
- Η Λειτουργία της Κυριακής (Ιωάννου Χρυσοστόμου)
- ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ;
- Γέροντας Παϊσιος: Πως θα καταλάβουμε ότι είναι κάπ...
- ΝΗΣΤΕΙΑ
- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΣ Β΄ΣΤΑΣΕΩΣ...
- ΚΑΤΑΝΥΚΤΙΚΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Β΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ ΕΣΠΕΡΑΣ
- ΟΡΘΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Β΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ
- Το " ελέησον με" έχει ταπείνωση, και δέχεται η ψυχ...
- "Να μην ανοίγουμε συζήτηση με το ταγκαλάκι"
- Πνευματικές Δοκιμασίες - Θεοεγκατάλειψη
- ΔΕΝ ΕΙΣΑΙ ΜΟΝΟΣ- Η ΠΛΑΤΥΤΕΡΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ
- Η Παναγία, μάς αποστρέφεται και όταν ακόμα σκεπτόμ...
- Γέροντα, γιατί ἡ Παναγία ἄλλοτε µοῦ δίνει ἀµέσως α...
- Το κομποσκοίνι: Ιερό αντικείμενο ή μέσο επίκλησης ...
- «Άνθρωπος γίνεται Θεός, ίνα Θεόν τον Αδάμ απεργάση...
- Μηνύματα από το Γεροντικό
- π. Παϊσιος - Περί τεκνοποιίας
- “Γιά ποιά αὐτοπεποίθηση μιλᾶμε ;”
- Οἰ λογισμοί καθορίζουν τὴν ζωήν μας - Γέρων Θαδδαί...
- Σύναξις Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ - 26 Μαρτίου
- ΟΡΘΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΑΒΒΑΤΟΥ Β΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ
- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΣ Β΄ΣΤΑΣΕΩΣ...
- “Αγνή Παρθένε Δέσποινα”: ένας από τους πιο κατανυκ...
- ΟΙ ΠΕΡΙΦΗΜΟΙ ΑΓΙΟΓΡΑΦΟΙ ΤΩΝ ΧΙΟΝΙΑΔΩΝ (με πολλές π...
- Οι χαιρετισμοί της Θεοτόκου – Ερμηνεία Β’ στάσης
- ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ Β΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ
- ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗΣ Β΄ ΝΗΣΤΕΙΩΝ
- Γραμμένη στα Ελληνικά η αρχαιότερη χριστιανική επι...
- Ο Γέροντας Παϊσιος ψέλνει ( ηχητικό ντοκουμέντο )
- Ο ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΚΑΙ Κ...
- Σχολιασμός της Θείας Λειτουργίας
- Η ΕΥΧΗ ΤΗΣ ΦΑΝΟΥΡΟΠΙΤΑΣ
- ΤΡΟΠΑΡΙΑ ΚΑΙ ΚΟΝΤΑΚΙΑ ΤΩΝ ΜΕΓΑΛΩΝ ΕΟΡΤΩΝ
- ΑΝΑΣΤΑΣΙΜΑ ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΑ ΚΑΙ ΘΕΟΤΟΚΙΑ
- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΗΣ ΓΟΝΥΚΛΙΣΙΑΣ ΤΗ ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΠΕΝ...
- Η ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΑΓΙΑΣΜΟΥ ΤΩΝ ΑΓΊΩΝ ΘΕΟΦΑΝΕΙΩΝ
- ΤΥΠΙΚΗ ΔΙΑΤΑΞΙΣ ΤΕΛΕΣΕΩΣ
- ΕΙΣΟΔΙΚΑ ΤΩΝ ΔΕΣΠΟΤΙΚΩΝ ΕΟΡΤΩΝ
- ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
- ΜΝΗΜΟΣΥΝΟ
- ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑΝ ΜΕΤΑΛΗΨΙΝ
- ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑΝ ΜΕΤΑΛΗΨΙΝ
- Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΕΝ ΑΓΙΟΙΣ ΠΑΤΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΩΑΝΝΟ...
- ΔΙΑΤΑΞΙΣ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΚΑΙ ΙΕΡΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
- ΟΡΘΡΟΣ ΤΩΝ ΚΥΡΙΑΚΩΝ ΚΑΙ ΕΟΡΤΩΝ
- ΑΠΟΛΥΣΕΙΣ ΤΩΝ ΔΕΣΠΟΤΙΚΩΝ ΕΟΡΤΩΝ
- ΑΡΤΟΚΛΑΣΙΑ
- ΜΕΓΑΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ
- Η ΕΝΑΤΗ ΩΡΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗΝ ΤΕΣΣΑΡΑΚΟΣΤΗΝ
- Η ΕΝΑΤΗ ΩΡΑ
- Πότε κάνουμε το σταυρό μας κατά τις ακολουθίες
- ΑΚΟΛΟΥΘΙΕΣ -ΩΡΕΣ
- ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ
- ΕΡΓΟΧΕΙΡΑ - ΔΙΑΚΟΝΗΜΑΤΑ ΑΓΙΟΡΕΙΤΩΝ
- Οι Κολλυβάδες στην ιστορία και το παρόν
- Κυριακή της Ορθοδοξίας
- Η ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
- Το μυστήριο της ιεράς εξομολογήσεως
- " Εξομολογεῖσθε τῶ Κυρίῳ " ὃτι ἀγαθός, ὃτι εἰς τόν...
- Τα μυστικά της ευχής “Κύριε Ιησού Χριστέ Ελέησόν με”
- Φιλόθεος Ζερβάκος, γέρων: Αχαριστία∙ όταν σας πικρ...
- Οι παναίρεση των "χιλιαστών" ή των "ψευδομαρτυρων ...
- "Γλωσσάριο" Τριωδίου
- Οι χαιρετισμοί της Θεοτόκου – Ερμηνεία Α’ στάσης
- Η Λειτουργία των Προηγιασμένων. Μητροπολίτου Αντιν...
- Λόγος γιά τήν νηστεία. Γέροντος ἱερομ. Πετρωνίου Τ...
- Γέροντος Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου. Λόγοι Δ΄. Νηστεία...
- Η ΑΛΗΘΙΝΗ ΝΗΣΤΕΙΑ
- Ο Εσπερινός της Συγνώμης και οι Κατανυκτικοί Εσπερ...
- ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΜΟΥ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ...
- ΟΡΘΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΟΥ ΕΥΑΓΓΕΛΙ...
- ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: ΖΕΣΤΑΙΝΟΝΤΑΣ ΓΑΛΑ ΕΝ ΜΕΣΩ ΣΑΡΑΚΟ...
- ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ( Α΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ)
- ΟΡΘΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΥΡΙΑΚΗΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ...
- ΟΡΘΡΟΣ ΚΑΙ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΑΒΒΑΤΟΥ Α΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ
- ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΜΙΚΡΟΥ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΣ Α΄ΣΤΑΣΕΩΣ...
- ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗΣ Α΄ΝΗΣΤΕΩΝ
- ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗΣ Α΄ΝΗΣΤΕΙΩΝ
- ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ - ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΚΟΛΟΣΣΑΕΙΣ
- ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ - ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΟΥΣ
- ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ - ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΕΦΕΣΙΟΥΣ
- ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ - ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΓΑΛΑΤΕΣ
- ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ - ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Α' ΚΑΙ Β΄ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ
- ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ - ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ
- ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ - ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ
- ΧΟΥΣΑΦΙ
- ΡΥΖΟΓΑΛΟ ΜΕ ΤΑΧΙΝΙ
- ΜΠΡΙΑΜ
- ΜΠΑΚΑΛΙΑΡΟΣ ΣΚΟΡΔΙΑΛΑ
- ΨΑΡΟΣΟΥΠΑ ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΗ
- ΣΟΥΣΑΜΟΠΙΤΑ
- ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΝ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΝ 2013
- ΚΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
- Η Αγία Προσκομιδή
- Η ανάγκη της συγχώρησης και η ανακαίνιση της Εκκλη...
- Φεβρουαρίου(211)
- Ιανουαρίου(405)
- 2012 (253)
Pages
]]>
.
.
.
Από το Blogger.
Ἀββᾶς Φιλήμων
ΟΤΑΝ ΕΙΣΑΙ στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ μεταλάβεις τὰ θεῖα μυστήρια τοῦ Χριστοῦ, μὴ βγεῖς ἔξω χωρὶς νὰ ἔχεις τὴν τέλεια εἰρήνη. Μεῖνε στὸ ἴδιο μέρος καὶ μὴ φύγεις μέχρι τὴν ἀπόλυση. Νὰ σκέπτεσαι πὼς εἶσαι στὸν οὐρανὸ μαζὶ μὲ τοὺς Ἁγίους Ἀγγέλους γιὰ νὰ συναντήσεις τὸν Θεὸ καὶ νὰ τὸν ὑποδεχθεῖς μέσα στὴν καρδιά σου. Νὰ προετοιμάζεσαι γιὰ τὴ Θεία Κονωνία μὲ φόβο καὶ τρόμο πολύ, γιὰ νὰ μὴ μεταλάβεις ἀνάξια τὶς Ἅγιες δυνάμεις.
Ὅσιος Θεόγνωστος
ΑΝ ΑΓΑΠΑΣ τὴν ἀφθαρσία καὶ τὴν ἀθανασία, ἔλα μὲ τιμὴ καὶ εὐλάβεια καὶ πίστη στὰ ζωοποιὰ καὶ ἄφθαρτα μυστήρια, μὲ πόθο ἀκόμη νὰ ἀποδημήσεις ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ ἐπειδὴ ἡ πίστη σου σὲ ὁλοκλήρωσε• ἂν φοβᾶσαι τὸν θάνατο δὲν ἑνώθηκες ἀπὸ ἀγάπη μὲ τὸν Χριστό, κι ἂς σοῦ δόθηκε ἡ τιμὴ νὰ τὸν θυσιάζεις μὲ τὰ ἴδια σου τὰ χέρια καὶ νὰ παίρνεις τὶς σάρκες του• ἂν τὸν ἀγαποῦσες θὰ βιαζόσουν νὰ φύγεις ὅπου εἶναι ὁ ἀγαπημένος σου καὶ καθόλου δὲν θὰ σκεφτόσουν τὴ ζωὴ καὶ τὴ σάρκα σου.
ΟΠΩΣ ΕΙΠΕ κάποιος ἅγιος, δὲν κατέρχεται τὸ σῶμα τοῦ Θεοῦ Λόγου ποὺ ἀναλήφθηκε γιὰ νὰ θυσιαστεῖ στὴ θεία Λειτουργία, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος μεταβάλλονται σὲ σῶμα καὶ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν ἱεροτελεστία ποὺ ἐπιτελοῦν ἐκεῖνοι ποὺ ἀξιώθηκαν τὴ θεία ἱερωσύνη• ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος δέχονται τὴ μεταβολὴ αὐτὴ μὲ τὴν ἐνέργεια καὶ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Δὲν μεταβάλλεται ὁ ἄρτος σὲ κάποιο σῶμα ἄλλο ἀπὸ αὐτὸ τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ σ᾽ αὐτὸ τὸ ἴδιο, καὶ προσφέρει αἰώνια ζωή, καὶ δὲν φθείρεται. Πόσο ἁγνὸς λοιπὸν καὶ ἅγιος πρέπει νὰ εἶναι ὁ ἱερέας ποὺ ἀγγίζει σῶμα Θεοῦ! Καὶ πόση παρρησία πρέπει νὰ ἔχει ἐκεῖνος ποὺ συνδέει Θεὸ καὶ ἀνθρώπους καὶ ἔχει συνεργάτες του τὴν Πάναγνη Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ὅλες τὶς δυνάμεις τῶν Ἀγγέλων τὶς ἐπουράνιες καὶ ὅλους τοὺς ἁγίους; Νομίζω πὼς πρέπει νὰ ἔχει μὲ τὸν Θεὸ τὴν οἰκειότητα ποὺ ἔχουν οἱ Ἄγγελοι ἢ οἱ Ἀρχάγγελοι, ἀκριβῶς ὅπως ἔχει καὶ τὸ δικό τους ἀξίωμα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕ Πισήνιε, ὅτι τὰ τίμια δῶρα ποὺ σὲ λίγο θὰ ἁγιασθοῦν μένουν ἀκάλυπτα ἐπάνω στὴν ἁγία τράπεζα μετὰ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, κάπως σὰν νὰ παρακαλοῦν τὸν Θεὸ γιὰ τὴ σωτηρία αὐτῶν ποὺ τὰ προσφέρουν, σὰν νὰ καλοῦν μὲ ἄρρητες φωνὲς Ἐκεῖνον ποὺ κατοικεῖ στοὺς οὐρανούς. Κι Ἐκεῖνος ποὺ τὰ βλέπει δὲν ἀδιαφορεῖ• τὰ κοιτάει καὶ προσέχει καὶ θυμᾶται τὴν ἑκούσια σάρκωσή Του γιὰ τοὺς ἁμαρτωλούς, τὴν ἀνείπωτη συγκατάβαση καὶ τὴ Σφαγή Του γιὰ χάρη τῶν ἀνθρώπων. Γιατὶ δὲν μᾶς χάρισε τὴ λύτρωση καὶ τὴ σωτηρία μὲ τὸ πάθος Του ἐνῶ εἴμασταν δίκαιοι• ἀντίπαλους ἐλέησε καὶ ξανακάλεσε κοντά του.
Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής
ΣΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ποὺ τελοῦμε ὅταν συγκεντρωνόμαστε στὴν ἐκκλησία, ἡ πρώτη εἴσοδος γενικὰ σημαίνει τὴν πρώτη παρουσία τοῦ Θεοῦ μας, καὶ εἰδικὰ τὴ μεταστροφὴ ἐκείνων ποὺ μὲ τὴ βοήθειά Του καὶ μαζί Του εἰσέρχονται ἀπὸ τὴν ἀπιστία στὴν πίστη καὶ ἀπὸ τὴν κακία στὴν ἀρετὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἀγνωσία στὴ γνώση.
Ἀββᾶς Θεόδωρος τῆς Φέρμης
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος τῆς Φέρμης:
- Ἄνθρωπος ποὺ στέκεται σὲ μετάνοια δὲν εἶναι δεμένος σ᾽ ἐντολή.
Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Θηβαῖος
Ο ΑΒΒΑΣ Ἰσαὰκ ὁ Θηβαῖος ἐπισκέφθηκε κάποτε ἕνα κοινόβιο καὶ βλέποντας ἕναν ἀδελφὸ νὰ ἁμαρτάνει τὸν κατέκρινε. Ὅταν ἀναχώρησε στὴν ἔρημο ἦρθε ἄγγελος Κυρίου καὶ στάθηκε μπροστὰ στὴν εἴσοδο τοῦ κελιοῦ του λέγοντας:
- Δὲν σ᾽ ἀφήνω νὰ μπεῖς μέσα.
Ἐκεῖνος τότε τὸν παρακαλοῦσε
- Τί ἔκανα;
Καὶ ὁ ἄγγελος τοῦ ἀποκρίθηκε
- Μ᾽ ἔστειλε ὁ Θεὸς μὲ τὴν ἐντολὴ «πές του: ποῦ διατάζεις νὰ βάλω τὸν ἁμαρτωλὸ ἀδελφὸ ποὺ κατέκρινες;»
Κι ἐκεῖνος ἀμέσως μετανόησε καὶ εἶπε
- Ἁμάρτησα, συγχώρησέ με.
Καὶ ὁ ἄγγελος εἶπε
- Σήκω, σὲ συγχώρησε ὁ Θεός. Ἀπὸ δῶ κι ἐμπρὸς πρόσεξε νὰ μὴν κρίνεις κανένα πρὶν τὸν κρίνει Ἐκεῖνος.
Ἀββᾶς Ποιμήν
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ποιμήν
- Ἂν ἕνας ἄνθρωπος ἁμαρτήσει καὶ τὸ ἀρνηθεῖ λέγοντας «δὲν ἁμάρτησα», μὴ τὸν ἐλέγξεις• διαφορετικὰ βλάπτεις τὴν καλή του θέληση. Ἂν ὅμως τοῦ πεῖς «μὴ στενοχωριέσαι ἀδελφέ, ἀλλὰ στὸ μέλλον νὰ εἶσαι προσεκτικώτερος», ἐξυψώνεις τὴν ψυχή του σὲ μετάνοια.
Ἀββᾶς Δωρόθεος
Ο ΑΒΒΑΣ Δωρόθεος ἔλεγε πὼς εἶναι ἀδύνατον αὐτὸς ποὺ κρατάει τὶς δικές του ἀπόψεις καὶ σκέψεις νὰ ὑποταχθεῖ ἢ νὰ συμμορφωθεῖ μὲ τὸ καλὸ τοῦ πλησίον του.
Μέγας Ἀντώνιος
Ο ΘΕΟΣ δημιούργησε μὲ τὸν λόγο Του τὰ διάφορα γένη τῶν ζώων γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου• ἄλλα γιὰ τροφή, ἄλλα γιὰ νὰ τὸν ὑπηρετοῦν• τὸν ἄνθρωπο τὸν δημιούργησε γιὰ νὰ κοιτάει μὲ θαυμασμὸ τὰ ζῶα καὶ τὰ ἔργα τους καὶ νὰ εὐχαριστεῖ τὸν Θεό. Νὰ προσέχουν λοιπὸν πάρα πολὺ οἱ ἄνθρωποι μήπως συμβεῖ καὶ πεθάνουν ὅπως τὰ ἄλογα ζῶα, χωρὶς νὰ δοῦν καὶ νὰ νοιώσουν τὸν Θεό. Πρέπει ἀκόμη νὰ καταλάβει ὁ ἄνθρωπος ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι παντοδύναμος καὶ ὅτι τίποτα δὲν ὑπάρχει χωρὶς νὰ τὸ ἐπιθυμεῖ Ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει τὰ πάντα• ἀλλὰ δημιούργησε καὶ δημιουργεῖ ὅσα θέλει ἀπὸ τὸ μηδὲν μὲ τὸν λόγο Του γιὰ νὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὸν κατανοοῦν εἶναι ἀθανασία• γιὰ τοὺς ἀνόητους ὅμως ποὺ δὲν τὸν καταλαβαίνουν εἶναι θάνατος ἀλλ᾽ αὐτὸ τὸν θάνατο δὲν πρέπει νὰ τὸν φοβόμαστε• ἡ ἀπώλεια τῆς ψυχῆς, δηλαδὴ ἡ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ πραγματικὴ συμφορὰ γιὰ τὴν ψυχή, καὶ πρέπει νὰ τὴ φοβόμαστε.
Ἅγιος Κασσιανὸς ὁ Ρωμαῖος
ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ἀπ᾽ ὅλους μίλησε ὁ μακάριος Ἀντώνιος: «ὅσα εἴπατε εἶναι ὅλα ἀναγκαῖα καὶ ὠφέλιμα γιὰ ἐκείνους ποὺ ζητοῦν τὸν Θεὸ καὶ θέλουν νὰ πλησιάσουν κοντά του. Ἀλλὰ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ δώσουμε τὰ πρωτεῖα σ᾽ αὐτὲς τὶς ἀρετές• ἔχουμε δεῖ πολλοὺς ποὺ βασανίστηκαν μὲ νηστεῖες καὶ ἀγρυπνίες καὶ ἀναχώρησαν στὴν ἔρημο, καὶ ἄσκησαν τέτοια ἀκτημοσύνη ὥστε νὰ μὴν ἀφήνουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους οὔτε τὴν καθημερινὴ τροφή, καὶ κατόρθωσαν τέτοια ἐλεημοσύνη ὥστε δὲν ἔφθαναν ὅσα εἶχαν γιὰ νὰ δίνουν• καὶ μετὰ ἔγιναν ἀξιολύπητοι ἔτσι ὅπως ξέπεσαν ἀπὸ τὴν ἀρετὴ καὶ γλύστρησαν στὴν κακία. Τί λοιπὸν τοὺς ἔκανε νὰ χάσουν τὴν εὐθεία ὁδό; Τίποτε ἄλλο, ὅπως πιστεύω καὶ κρίνω, παρὰ μόνο τὸ ὅτι δὲν εἶχαν τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως. Αὐτὸ τὸ χάρισμα διδάσκει τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴν ὑπερβάλλει σὲ τίποτα καὶ ν᾽ ἀκολουθεῖ τὴ βασιλικὴ ὁδό• καὶ δὲν τὸν ἀφήνει οὔτε ἀπὸ δεξιὰ νὰ βλάπτεται μὲ τὴν ἄμετρη ἐγκράτεια, οὔτε ἀπὸ ἀριστερὰ νὰ παρασύρεται στὴν ἀδιαφορία καὶ τὴ μαλθακότητα.῾Η διάκριση εἶναι γιὰ τὴν ψυχὴ ἕνα μάτι κι ἕνα λυχνάρι, ὅπως λέει καὶ τὸ Εὐαγγέλιο: «τὸ μάτι εἶναι τὸ λυχνάρι τοῦ σώματος• ἂν τὸ μάτι σου γίνει ἁπλὸ ὁλόκληρο τὸ σῶμα σου θὰ εἶναι φωτεινό• ἂν τὸ μάτι σου σκοτεινιάσει ὅλο τὸ σῶμα σου θὰ εἶναι σκοτεινό». Καὶ πράγματι ἔτσι εἶναι. Γιατὶ ἡ διάκριση ἐλέγχει ὅλες τὶς σκέψεις καὶ πράξεις τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀντιλαμβάνεται καὶ ξεχωρίζει ὅ,τι εἶναι κακὸ καὶ δὲν ἀρέσει στὸν Θεὸ κι ἔτσι διώχνει τὴν πλάνη. Κι αὐτὸ μπορεῖ νὰ τὸ δεῖ κανεὶς κι ἀπὸ τὶς διηγήσεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ὁ Σαοὺλ γιὰ παράδειγμα, ποὺ πρῶτα σ᾽ αὐτὸν ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς τὴ βασιλεία τοῦ Ἰσραήλ, ἐπειδὴ δὲν εἶχε αὐτὸ τὸ μάτι τῆς διάκρισης σκοτίσθηκε ἡ σκέψη του καὶ δὲν μπόρεσε νὰ διακρίνει ὅτι ἡ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ ἦταν νὰ ὑπακούσει στὶς ἐντολὲς τοῦ ἁγίου Σαμουὴλ παρὰ νὰ προσφέρει θυσία• κι ἐνῶ νόμιζε ὅτι αὐτὰ ποὺ κάνει εὐχαριστοῦν τὸν Θεό, αὐτὰ ἀκριβῶς ἦταν τὰ σφάλματα γιὰ τὰ ὁποῖα διώχθηκε ἀπὸ τὴ βασιλεία. Δὲν θὰ τὸ πάθαινε αὐτὸ ἂν εἶχε ἀποκτήσει μέσα του τὸ φῶς τῆς διάκρισης. Τὴν διάκριση καὶ ὁ Ἀπόστολος τὴν ὀνομάζει ἥλιο ὅταν λέει «ἂς μὴ σᾶς ἀφήνει ὀργισμένους ἡ δύση τοῦ ἥλιου». Καὶ ὀνομάζεται ἀκόμη κυβέρνηση τῆς ζωῆς μας, σύμφωνα μὲ τὸ γραμμένο «ὅσοι δὲν ἔχουν κυβέρνηση πέφτουν σὰν τὰ φύλλα». Καὶ ἡ Γραφὴ τὴν ὀνομάζει ἐπίγνωση, καὶ μᾶς διδάσκει νὰ μὴν κάνουμε τίποτα χωρὶς αὐτή, ὥστε ἀκόμη καὶ τὸ πνευματικὸ κρασὶ ποὺ εὐφραίνει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου νὰ μὴν τὸ πίνουμε χωρὶς διάκριση, ὅπως λέει τὸ ρητό «μ᾽ ἐπίγνωση νὰ πίνεις κρασί», καὶ ἀκόμη «ὅποιος δὲν ἐνεργεῖ πάντοτε μὲ ἐπίγνωση μοιάζει μὲ πόλη κατεστραμμένη καὶ ἀτείχιστη». Στὴ διάκριση ὀφείλεται ἡ σοφία καὶ ἡ νόηση καὶ ἡ σύνεση, χωρὶς τὶς ὁποῖες δὲν μποροῦμε νὰ κτίσουμε τὸ ἐσωτερικό μας σπίτι, οὔτε νὰ μαζέψουμε πνευματικὸ πλοῦτο, ὅπως ἔχει εἰπωθεῖ «τὸ σπίτι κτίζεται μὲ τὴ σοφία καὶ ὑψώνεται μὲ τὴ σύνεση καὶ γεμίζουν πλοῦτο οἱ ἀποθῆκες του μὲ τὴ φρόνηση». Ἀκόμη ἔχει ὀνομαστεῖ καὶ στέρεη τροφὴ γιὰ ἐκείνους ποὺ μὲ τὴν ἄσκηση ἔχουν γυμνάσει τὰ αἰσθητήριά τους καὶ ἀπὸ συνήθεια πιὰ διακρίνουν τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Εἶναι λοιπὸν φανερὸ ὅτι χωρὶς τὸ χάρισμα τῆς διάκρισης καμμιὰ ἀρετὴ δὲν δημιουργεῖται ἢ δὲν διατηρεῖται σταθερὰ ὣς τὸ τέλος• ἡ διάκριση γεννᾶ καὶ προστατεύει ὅλες τὶς ἀρετές».
Ἀββᾶς Ἀντώνιος
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ μας προέρχεται ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος. Γιατὶ ἂν κερδίσουμε τὸν ἀδελφό μας, κερδίζουμε τὸν Θεό• ἂν ὅμως τὸν σκανδαλίσουμε, ἁμαρτάνουμε στὸν Χριστό.
ΕΠΙΣΚΕΦΘΗΚΑΝ ΚΑΠΟΤΕ τὸν ἀββᾶ Ἀντώνιο γέροντες καὶ μαζί τους ἦταν ὁ ἀββᾶς Ἰωσήφ. Ὁ γέροντας θέλησε νὰ τοὺς δοκιμάσει καὶ διαλέγοντας ἕνα ρητὸ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ τοὺς ρωτοῦσε τί σημαίνει, ἀρχίζοντας ἀπὸ τοὺς μικρότερους. Καὶ ἕνας ἕνας ἔλεγε ὅπως μποροῦσε τὴ γνώμη του. Ὅταν τελείωναν ὁ γέροντας ἔλεγε σὲ ὅλους:
— Δὲν τὸ κατάλαβες ἀκόμα.
Τέλος ρώτησε καὶ τὸν ἀββᾶ Ἰωσὴφ.
— Ἐσὺ τί νομίζεις ὅτι σημαίνει αὐτὸ τὸ ρητό;
Κι ἐκεῖνος ἀπάντησε:
— Δὲν ξέρω.
Τότε ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος εἶπε:
— Πάντως ὁ ἀββᾶς Ἰωσὴφ βρῆκε τὸν δρόμο ἐπειδὴ εἶπε «δὲν ξέρω».
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος
— Ἔρχεται καιρὸς ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ τρελλαθοῦν καὶ ὅταν δοῦν κάποιον ποὺ δὲν εἶναι τρελὸς θὰ ξεσηκωθοῦν ἐναντίον του καὶ θὰ τοῦ ποῦν «εἶσαι τρελός», ἐπειδὴ δὲν εἶναι ὅμοιος μ᾽ αὐτούς.
ΤΡΕΙΣ ΠΑΤΕΡΕΣ εἶχαν τὴ συνήθεια κάθε χρόνο νὰ ἐπισκέπτονται τὸν μακάριο Ἀντώνιο. Κι ἐνῶ οἱ δύο τὸν ρωτοῦσαν γιὰ τὴ σκέψη καὶ γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς, ὁ ἕνας ἔμενε πάντοτε σιωπηλὸς καὶ δὲν ρωτοῦσε τίποτα.
Μετὰ ἀπὸ πολὺ χρόνο ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος τοῦ λέει:
— Ὁρίστε, τόσες φορὲς ἔχεις ἔρθει ἐδῶ καὶ δὲν μὲ ρωτᾶς τίποτα.
Κι ἐκεῖνος τότε τοῦ ἀπάντησε:
— Μοῦ φθάνει μόνο νὰ σὲ βλέπω, πάτερ.
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος:
— Δὲν φοβᾶμαι πιὰ τὸν Θεό, ἀλλὰ τὸν ἀγαπάω. «Γιατὶ ἡ ἀγάπη διώχνει τὸν φόβο» (Ἰωαν. Α' 4:18).
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος:
— Ἐκεῖνος ποὺ κτυπάει τὴ μάζα τοῦ σιδήρου σκέπτεται πρῶτα τὶ θέλει νὰ φτιάξει, δρεπάνι, μαχαίρι, τσεκούρι. Ἔτσι κι ἐμεῖς πρέπει νὰ σκεπτόμαστε γιὰ ποιά ἀρετὴ παλεύουμε, ὥστε νὰ μὴ κοπιάζουμε μάταια.
Ἀββᾶς Ἀρσένιος
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος συμβουλευόταν ἕναν Αἰγύπτιο γέροντα, ἕνας ἄλλος ποὺ τὸν εἶδε τοῦ εἶπε:
— Ἀββᾶ Ἀρσένιε, σὺ ποὺ τόσο κατέχεις τὴ ρωμαϊκὴ καὶ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία, πῶς καὶ ρωτᾶς αὐτὸν ἐδῶ τὸν ἀγροῖκο γιὰ τὶς σκέψεις σου;
Κι ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε:
— Τὴ ρωμαϊκὴ καὶ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία τὴν κατέχω, τὴν ἀλφάβητο ὅμως αὐτοῦ τοῦ ἀγροίκου δὲν τὴν ἔχω μάθει ἀκόμα.
Ἀββᾶς Ἀγάθων
ΕΙΠΕ
— Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ὀργίζεται δὲν εἶναι δεκτὸς ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀκόμα κι ἂν ἀναστήσει νεκρό.
Ἅγιος῾Ησαΐας ὁ Ἀναχωρητής
Η ΟΡΓΗ εἶναι πάθος τοῦ νοῦ φυσιολογικό. Καὶ χωρὶς τὴν ὀργὴ δὲν ἐξαγνίζεται ὁ ἄνθρωπος - ἂν δὲν ὀργισθεῖ μὲ ὅλες τὶς ἁμαρτίες ποὺ τοῦ ὑποβάλλει μέσῳ τῶν ἀνθρώπων ὁ πονηρός. Καὶ ὅταν τὸν ἀνακάλυψε ὁ Ἰὼβ ἔβρισε τοὺς ἐχθρούς του μὲ τὰ λόγια αὐτά: «ἄτιμοι καὶ διεφθαρμένοι ποὺ δὲν ἔχετε τίποτε καλό, ποὺ δὲν σᾶς θεωρῶ ἄξιους οὔτε γιὰ σκύλους τῶν ποιμνίων μου». Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ κατορθώσει τὴν κατὰ φύσιν ὀργὴ ξεριζώνει ὅλα τὰ δικά του θελήματα μέχρι νὰ ὑψωθεῖ στὴ φυσικὴ κατάσταση τοῦ νοῦ.
Ἀββᾶς Ἁλώνιος
ΡΩΤΗΣΕ κάποτε ὁ ἀββᾶς Ἀγάθων τὸν ἀββᾶ Ἁλώνιο:
— Πῶς θὰ μποροῦσα νὰ συγκρατήσω τὴ γλώσσα μου νὰ μὴ λέει ψέμματα;
Καὶ ὁ ἀββᾶς Ἁλώνιος τοῦ ἀπαντᾶ:
— Ἂν δὲν ψεύδεσαι, θὰ κάνεις πολλὲς ἁμαρτίες.
Ἐκεῖνος τότε εἶπε:
— Τί ἐννοεῖς;
Καὶ ὁ γέροντας τοῦ λέει:
— Ἔστω ὅτι δύο ἄνθρωποι δολοφόνησαν κάποιον μπροστὰ στὰ μάτια σου, καὶ ὁ ἕνας κρύφτηκε στὸ κελί σου. Καὶ ἔστω ὅτι ὁ ἄρχοντας ποὺ ψάχνει νὰ τὸν βρεῖ σὲ ρωτάει «ἔγινε μπροστά σου φόνος;» Ἂν δὲν πεῖς ψέμματα παραδίδεις τὸν ἄνθρωπο σὲ θάνατο. Καλύτερα ἄφησέ τον ἐλεύθερο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ• γιατὶ Αὐτὸς γνωρίζει τὰ πάντα.
Ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβός
ΜΕΡΙΚΟΙ ΓΕΡΟΝΤΕΣ βρῆκαν τὸν καιρὸ νὰ φᾶνε μαζὶ στὴ Σκῆτι• ἦταν μαζί τους καὶ ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης. Σηκώθηκε λοιπὸν κάποιος ποὺ τύχαινε νὰ εἶναι ὁ μεγαλύτερος στὴν ἡλικία, νὰ προσφέρει τὸ σταμνάκι μὲ τὸ νερό• κανεὶς δὲν δέχτηκε νὰ τὸ πάρει ἀπὸ αὐτὸν παρὰ μόνο ὁ Ἰωάννης ὁ Κολοβός. Οἱ ὑπόλοιποι λοιπὸν ἁπόρησαν καὶ τοῦ εἶπαν:
— Πῶς ἐσὺ ποὺ εἶσαι τόσο μικρότερος τόλμησες νὰ ὑπηρετηθεῖς ἀπὸ τὸν μεγαλύτερο;
Καὶ τοὺς λέει:
— Ἐγὼ ὅποτε σηκώνομαι νὰ προσφέρω τὸ σταμνάκι χαίρομαι ἅμα τὸ πάρουν ὅλοι, γιατὶ ἔτσι ἔχω μισθό. Τώρα λοιπὸν γι᾽ αὐτὸ τὸν λόγο τὸ δέχτηκα, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἔχει μισθό, μήπως λυπηθεῖ ποὺ κανεὶς δὲν δέχτηκε ἀπὸ αὐτόν. Καὶ ὅταν τ᾽ ἄκουσαν αὐτὰ θαύμασαν καὶ ὠφελήθηκαν ἀπὸ τὴ διάκρισή του.
Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ πρεσβύτερος τῶν κελιῶν
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ἰσαὰκ:
— Ὅταν ἤμουν νεώτερος ἀσκήτευα μαζὶ μὲ τὸν ἀββᾶ Κρόνιο καὶ ποτὲ δὲν μοῦ ζήτησε νὰ κάνω κάτι μολονότι ἦταν γέροντας κι ἔτρεμε ἀπ᾽ τὴν ἀδυναμία, ἀλλὰ σηκωνόταν μόνος του κι ἔφερνε τὸ σταμνάκι σ᾽ ἐμένα καὶ σ᾽ ὅλους τοὺς ἄλλους χωρὶς ἐξαίρεση. Καὶ μὲ τὸν ἀββᾶ Θεόδωρο τῆς Φέρμης ἀσκήτευσα καὶ οὔτε ἐκεῖνος μοῦ ζήτησε ποτὲ νὰ κάνω κάτι, ἀλλὰ καὶ τὸ τραπέζι μόνος του τὸ ἔστρωνε καὶ ἔλεγε:
— Ἀδελφέ, ἂν θέλεις ἔλα γιὰ φαγητό.
Κι ἐγὼ τοῦ ἔλεγα:
— Ἀββᾶ, ἦρθα κοντά σου γιὰ νὰ ὠφεληθῶ, γιατί δὲν ζητᾶς τίποτα ἀπὸ ΄μένα;
Ἀλλὰ ὁ γέροντας ἔμενε σιωπηλός. Ἔτσι ἔφυγα καὶ ζήτησα τὴ συμβουλὴ τῶν γερόντων. Οἱ γέροντες λοιπὸν ἦρθαν καὶ τοῦ εἶπαν:
— Ἀββᾶ, ἦρθε ὁ ἀδελφὸς κοντὰ στὴν ἁγιοσύνη σου γιὰ νὰ ὠφεληθεῖ, γιατί ποτὲ δὲν τοῦ ζητᾶς τίποτα;
Καὶ ὁ γέροντας τοὺς ἀπαντάει:
— Μήπως εἶμαι κοινοβιάρχης γιὰ νὰ τὸν διατάξω; Ἐγὼ ποτὲ δὲν τοῦ λέω τίποτα, ἀλλὰ ἐὰν θέλει, ὅ,τι μὲ βλέπει νὰ κάνω ἂς τὸ κάνει κι αὐτός.
Ἀπὸ τότε λοιπὸν προλάβαινα κι ἔκανα ὅτι ἔβλεπα ὅτι πήγαινε νὰ κάνει ὁ γέροντας. Ἐκεῖνος πάλι ὅποτε ἔκανε κάτι τὸ ἔκανε σιωπηλά. Καὶ τοῦτο μὲ δίδαξε, νὰ κάνω τὸ ἔργο μου σιωπηλά.
Ἀββᾶς Ἰάκωβος
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ἰάκωβος:
— Πιὸ σημαντικὸ εἶναι νὰ ξενιτευθεῖ κανεὶς παρὰ νὰ φιλοξενεῖ.
Ἀββᾶς Ποιμήν
ΕΛΕΓΕ ὁ ἀββᾶς Ἰωσήφ:
Εἴμαστε μὲ τὸν ἀββᾶ Ποιμένα ὅταν ἀποκάλεσε τὸν Ἀγάθωνα ἀββᾶ. Καὶ τοῦ λέμε
— Εἶναι νεαρός• γιατί τὸν ὀνομάζεις ἀββᾶ;
Καὶ ὁ ἀββᾶς Ποιμὴν εἶπε:
— Τὸ στόμα του τὸν ἔκανε νὰ ὀνομάζεται ἀββᾶς.
Ἀββᾶς Ρωμαῖος
Ο ΙΔΙΟΣ εἶπε γιὰ ἕνα γέροντα, ποὺ εἶχε καλὸ μαθητὴ καὶ ἀπὸ περιφρόνηση τὸν ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὸ κελὶ μὲ τὴ μηλωτή του. Ὁ ἀδελφὸς ὅμως κάθησε ἔξω κι ἔκανε ὑπομονή. Ὅταν ἄνοιξε ὁ γέροντας τὸν εἶδε νὰ κάθεται ἐκεῖ καὶ τοῦ ἔβαλε μετάνοια λέγοντας:
— Πάτερ, ἡ ταπείνωση τῆς μακροθυμίας σου νίκησε τὴν ἀπροσεξία μου. Ἔλα μέσα• ἀπὸ τώρα ἐσὺ εἶσαι ὁ γέροντας καὶ ὁ πατέρας, κι ἐγὼ ὁ νέος κι ὁ μαθητής.
Μέγας Ἀθανάσιος
ΑΝ ΟΣΑ ΒΛΕΠΟΥΜΕ γύρω μας εἶναι ἔργα τοῦ κακοῦ, τότε ποιό εἶναι τὸ ἔργο τοῦ ἀγαθοῦ; Γιατὶ τίποτε ἄλλο δὲν βλέπουμε παρὰ μόνο τὴν κτίση τοῦ Δημιουργοῦ. Καὶ πῶς θὰ ξέραμε ὅτι ὑπάρχει ὁ ἀγαθὸς ἂν δὲν ὑπῆρχαν ἔργα δικά του μὲ τὰ ὁποῖα μποροῦμε νὰ τὸν γνωρίσουμε; Γιατὶ ἀπὸ τὰ ἔργα του γνωρίζουμε τὸν δημιουργό. Καὶ τέλος, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρχουν δύο ὄντα τελείως ἀντίθετα μεταξύ τους καὶ τί εἶναι ἐκεῖνο ποὺ τὰ χωρίζει, ἔτσι ὥστε νὰ βρίσκεται τὸ ἕνα μακριὰ ἀπὸ τὸ ἄλλο; Γιατὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ ὑπάρχουν καὶ τὰ δύο μαζὶ ἀφοῦ τὸ ἕνα ἀναιρεῖ τὸ ἄλλο. Καὶ οὔτε θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρχει τὸ ἕνα μέσα στὸ ἄλλο ἀφοῦ ἀπὸ τὴ φύση τους δὲν ἔχουν τίποτα κοινὸ καὶ δὲν ἑνώνονται.
Ὅσιος Μάρκος ὁ Ἀσκητής
Ο,ΤΙ ΚΑΛΟ θυμᾶσαι, κάνε το• καὶ αὐτὸ ποὺ δὲν θυμᾶσαι θὰ σοῦ ἀποκαλυφθεῖ. Μὴ παραδώσεις ἀπερίσκεπτα στὴ λησμοσύνη τὴν ἔννοια τοῦ καλοῦ.
ΜΗ ΛΕΣ ὅτι ἔχεις ἀποκτήσει κάποια ἀρετὴ χωρὶς θλίψη• δὲν ἔχει δοκιμαστεῖ ἡ ἀρετὴ ποὺ ἀπόκτησες εὔκολα.
ΠΟΛΛΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ τῶν ἄλλων εἶναι γιὰ τὸ καλό μας• τίποτα ὅμως δὲν εἶναι πιὸ ὠφέλιμο γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ τὴ δική του γνώμη.
ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ νὰ γιατρευτεῖς φρόντισε τὴ συνείδησή σου, ὅ,τι σοῦ λέει κάνε το, καὶ θὰ βρεῖς τὸ φάρμακο.
ΤΑ ΚΡΥΦΑ κάθε ἀνθρώπου τὰ γνωρίζει ὁ Θεὸς καὶ ἡ συνείδηση• ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο καθένας ἂς διορθώνεται.
ΟΠΟΙΟΣ ΕΞΥΒΡΙΖΕΙ τὴ φρόνηση καὶ περηφανεύεται γιὰ τὴν ἀμάθειά του, δὲν εἶναι μόνο στὰ λόγια ἀνίκανος ἀλλὰ καὶ στὴ γνώση.
ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ἄλλο ἡ σοφία στὰ λόγια καὶ ἄλλο ἡ φρόνηση, ἔτσι διαφέρουν ἡ ἀνικανότητα στὰ λόγια καὶ ἡ ἀφροσύνη.
ΚΑΛΥΤΕΡΑ νὰ προσεύχεσαι μὲ εὐλάβεια γιὰ τὸν πλησίον σου παρὰ νὰ τὸν ἐλέγχεις γιὰ κάθε ἁμάρτημά του.
ΑΝ ΣΟΥ ΜΙΛΗΣΟΥΝ ἄσχημα, μὲ τὸν ἑαυτό σου νὰ ὀργίζεσαι, ὄχι μὲ τὸν ἄλλον• γιατὶ ἂν εἶναι πονηρὴ ἡ ἀκοή, πονηρὰ θὰ ἀπαντήσεις.
ΑΛΛΟ ΕΙΝΑΙ ἡ ἐκτέλεση μιᾶς ἐντολῆς καὶ ἄλλο ἡ ἀρετή, ἂν καὶ ξεκινοῦν ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη γιὰ νὰ κάνουν τὸ καλό.
ΠΑΝΤΟΤΕ ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΣ νὰ κάνεις τὸ καλό, καὶ ὅταν χρειάζεται τὸ μεγαλύτερο ἐσὺ νὰ μὴ στρέφεσαι στὸ μικρότερο• γιατὶ ὅπως λέει ἡ Γραφὴ ὅποιος κοιτάει πίσω δὲν εἶναι κατάλληλος γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ σχεδὸν δὲν μπορεῖ νὰ διαχειριστεῖ οὔτε αὐτὰ ποὺ ἔχει ἀπὸ τὴ φύση του. Ὁ Χριστὸς διὰ τοῦ Σταυροῦ χαρίζει τὴν υἱοθεσία.
ΤΟ ΠΡΩΤΟ κακὸ εἶναι ἡ ἄγνοια• δεύτερη ἀκολουθεῖ ἡ ἀπιστία.
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ταπεινοφροσύνη ἡ καταδίκη τῆς συνείδησής μας ἀλλὰ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐπίγνωση τῆς συμπάθειάς Του.
Ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς
ΤΟ ΚΑΚΟ δὲν ὑπάρχει στὴ φύση, οὔτε εἶναι κανεὶς πλασμένος κακός• τίποτε κακὸ δὲν δημιούργησε ὁ Θεός. Ὅταν κάποιος ἐπιθυμήσει στὴν καρδιά του τὸ κακὸ καὶ δώσει ἔτσι ὑπόσταση στὸ ἀνυπόστατο, τότε ἀρχίζει νὰ ὑπάρχει, ὅπως ἀκριβῶς τὸ θέλησε αὐτὸς ποὺ τὸ δημιουργεῖ. Πρέπει ἑπομένως νὰ φροντίζουμε πάντοτε νὰ ἔχουμε στὴ μνήμη μας τὸν Θεό καὶ νὰ πολεμοῦμε τὴ συνήθεια γιὰ τὸ κακό. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνει γιατὶ ἡ φύση τοῦ καλοῦ εἶναι πιὸ δυνατὴ ἀπὸ τὴ συνήθεια γιὰ τὸ κακό, ἀφοῦ τὸ καλὸ ὑπάρχει ἐνῶ τὸ κακὸ δὲν ὑπάρχει, παρὰ μόνο ὅταν τὸ κάνουμε.
Ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΕΣ οἱ τροφὲς ἀλλὰ ἡ γαστριμαργία• οὔτε τὰ χρήματα ἀλλὰ ἡ φιλαργυρία• οὔτε ἡ ὁμιλία ἀλλὰ ἡ φλυαρία• οὔτε τὰ εὐχάριστα τοῦ κόσμου ἀλλὰ ἡ ὑπερβολή• οὔτε ἡ ἀγάπη γιὰ τοὺς δικούς μας παρὰ μόνο ὅταν γίνεται ἀφορμὴ νὰ μὴν εὐγνωμονοῦμε τὸν Θεό• οὔτε τὰ ροῦχα ὅταν τὰ ἔχουμε γιὰ νὰ σκεπαζόμαστε καὶ νὰ φυλαγόμαστε ἀπὸ τὸ κρῦο καὶ τὸν καύσωνα, ἀλλὰ τὰ περιττὰ καὶ τὰ πολυτελῆ• οὔτε τὰ σπίτια ὅταν τὰ ἔχουμε γιὰ νὰ φυλαγόμαστε ἀπ᾽ αὐτὰ ποὺ μόλις εἶπα καὶ ἀκόμη ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, θηρία καὶ ἀνθρώπους, ἀλλὰ τὰ διόροφα καὶ τριόροφα, τὰ μεγάλα καὶ πολυδάπανα• οὔτε ἡ ἰδιοκτησία ἀλλὰ ὅ,τι δὲν ἀνήκει στὰ ἀπολύτως ἀπαραίτητα• οὔτε τὸ νὰ ἔχουν βιβλία βλάπτει ὅσους ἐπιθυμοῦν πολὺ τὴν ἀκτημοσύνη ἀλλὰ τὸ νὰ μὴν τὰ χρησιμοποιοῦν γιὰ θεοπρεπῆ ἀνάγνωση• οὔτε οἱ φίλοι ἀλλὰ οἱ φίλοι ποὺ δὲν κάνουν καλὸ στὴν ψυχή μας• οὔτε ἡ γυναίκα εἶναι κάτι κακὸ ἀλλὰ ἡ πορνεία• οὔτε ὁ πλοῦτος ἀλλὰ ἡ φιλαργυρία• οὔτε τὸ κρασὶ ἀλλὰ ἡ μέθη• οὔτε ἡ φυσιολογικὴ ὀργή, ἐκείνη ποὺ νοιώθουμε ἐναντίον τῆς ἁμαρτιῶν μας, ἀλλὰ ἐκείνη ποὺ νοιώθουμε γιὰ τοὺς συνανθρώπους μας• οὔτε ἡ ἐξουσία ἀλλὰ ἡ ἀρχομανία• οὔτε ἡ δόξα ἀλλὰ φιλοδοξία καὶ αὐτὸ ποὺ εἶναι ἀκόμα χειρότερο, ἡ κενοδοξία• οὔτε ἡ ἀρετὴ ἀλλὰ τὸ νὰ νομίζουμε ὅτι εἶναι δική μας• οὔτε ἡ γνώση ἀλλὰ τὸ νὰ νομίζουμε πὼς εἴμαστε γνωστικοὶ καὶ αὐτὸ ποὺ εἶναι ἀκόμα χειρότερο, ν᾽ ἀγνοοῦμε τὴν ἄγνοιά μας• οὔτε ἡ ἀληθινὴ γνώση ἀλλὰ ἡ ἀπατηλή• οὔτε ὁ κόσμος εἶναι κάτι κακὸ ἀλλὰ τὰ πάθη• οὔτε ἡ φύση ἀλλὰ οἱ διαστροφές• οὔτε ἡ ὁμόνοια, ἀλλὰ ἡ ὁμόνοια τῶν κακοποιῶν κι ἐκείνη ποὺ δὲν βοηθάει στὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς• οὔτε τὰ μέλη τοῦ σώματος ἀλλὰ ἡ κακὴ χρήση τους• γιατὶ ἡ ὅραση δὲν μᾶς δόθηκε γιὰ νὰ βλέπουμε ὅσα δὲν πρέπει ἀλλὰ γιὰ νὰ δοξάζουμε τὸν Δημιουργὸ βλέποντας τὰ κτίσματά του καὶ νὰ προοδεύουμε σύμφωνα μὲ τὰ ἀληθινὰ συμφέροντα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός μας• οὔτε ἡ ἀκοὴ γιὰ ν᾽ ἀσχολούμαστε μὲ συκοφαντίες καὶ ἀνοησίες ἀλλὰ γιὰ ν᾽ ἀκοῦμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ κάθε φωνή, ἀνθρώπων, πτηνῶν καὶ ὅλων τῶν ἄλλων, καὶ νὰ δοξάζουμε τὸν Ποιητή τους• οὔτε ἡ ὄσφρηση γιὰ νὰ γίνει μαλθακὴ ἡ ψυχὴ καὶ νὰ χάνει τὸ φρόνημά της μέσα στ᾽ ἀρώματα, ὅπως λέει ὁ Θεολόγος, ἀλλὰ γιὰ ν᾽ ἀναπνέουμε καὶ νὰ δεχόμαστε τὸν ἀέρα ποὺ μᾶς χάρισε ὁ Θεὸς καὶ νὰ τὸν δοξάζουμε γι᾽ αὐτό• γιατὶ χωρὶς τὸν ἀέρα κανένα σῶμα δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει οὔτε ἀνθρώπου οὔτε ζώου (...) Καὶ τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια δὲν μᾶς δόθηκαν γιὰ νὰ κλέβουμε καὶ ν᾽ ἁρπάζουμε καὶ νὰ κτυποῦμε τοὺς ἄλλους ἀλλὰ γιὰ νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε στὶς θεάρεστες ἐργασίες• οἱ πιὸ ἀδύναμοι στὴν ψυχὴ γιὰ νὰ δίνουν ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχοὺς καὶ νὰ βοηθοῦν ὅσους ἔχουν ἀνάγκη κι ἔτσι νὰ τελειοποιοῦνται, καὶ οἱ ἰσχυρότεροι στὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα γιὰ ν᾽ ἀσκοῦν ἀκτημοσύνη καὶ νὰ μιμοῦνται τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς ἅγιους μαθητές Του καὶ γιὰ νὰ δοξάζουν τὸν Θεὸ καὶ νὰ θαυμάζουν πῶς ὑπάρχει καὶ στὰ μέλη μας ἡ σοφία Του. Καὶ πῶς τὰ χέρια αὐτὰ καὶ τ᾽ ἀδύναμα δάκτυλά μας μὲ τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἱκανὰ γιὰ κάθε ἐπιστήμη καὶ ἐργασία, γραφὴ καὶ δεξιότητα• ἀπ᾽ ὅπου προέρχεται ἡ γνώση τῶν ἀναρίθμητων τεχνῶν καὶ γραφῶν, τῆς ἐπιστήμης καὶ τῶν διαφόρων φαρμάκων, τόσων γλωσσῶν καὶ γραμμάτων• καὶ γενικὰ ὅλα ὅσα ἔχουν γίνει καὶ γίνονται καὶ θὰ γίνουν εἶναι δῶρα ποὺ μᾶς ἔχουν δοθεῖ καὶ μᾶς δίνονται συνεχῶς, ἔτσι ὥστε νὰ ἐπιβιώνουμε σωματικὰ καὶ νὰ σωθοῦμε ψυχικά, ἂν ὅλα αὐτὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε σύμφωνα μὲ τοὺς σκοποὺς τοῦ Θεοῦ καὶ ἂν μέσα ἀπ᾽ αὐτὰ τὸν δοξάζουμε μὲ ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη. Διαφορετικὰ ξεπέφτουμε καὶ καταστρεφόμαστε καὶ ὅλα στὴ ζωὴ αὐτὴ μᾶς ὁδηγοῦν στὴ θλίψη, ἀλλὰ καὶ σὲ αἰώνια κόλαση στὴ μέλλουσα ζωή, ὅπως ἔχει ἤδη εἰπωθεῖ.
Να πως δοκίμαζαν τους υποτακτικούς των οι παλαιοί άγιοι Γέροντες, ώσπου να μορφωθούν μέσα τους οι αρετές του Χριστού και πάνω απ' όλες η ταπεινοφροσύνη. Το ακόλουθο περιστατικό μας το διηγείται ο Όσιος Κασσιανός:
Ένα αρχοντόπουλο από την πόλη πήγε σ' ένα γειτονικό Κοινόβιο και ζήτησε να γίνει Καλόγερος. Ο Ηγούμενος, για να τον δεχτεί, του έκανε αυτή τη δοκιμασία: Του φόρεσε κουρέλια, του φόρτωσε στην πλάτη καμιά εικοσαριά πανέρια και τον έστειλε να τα πουλήσει στην πόλη. Τον πρόσταξε να μην τα δώσει όλα μαζί σε κανένα μαγαζί, μα ένα-ένα, γυρνώντας και διαλαλώντας το εμπόρευμα του στους πιο κεντρικούς δρόμους.
Το αρχοντόπουλο έκανε κατά γράμμα την προσταγή του Ηγουμένου του. Έτσι τον είδαν οι συγγενείς κι' οι φίλοι του και τον ρεζίλεψαν με την καρδιά τους. Μα σαν γύρισε το βράδυ στο Κοινόβιο, ο Αββάς τον κούρεψε αμέσως μοναχό. Ήταν άξιος, γιατί έδειξε ταπεινοσύνη.
Ένας νέος Μοναχός ρώτησε κάποιο γέροντα, πώς θα μπορούσε να γίνει μωρός για την αγάπη του Χρίστου. Εκείνος τότε του διηγήθηκε αυτό το περιστατικό:
Ένας γείτονας μου Ερημίτης περιμάζεψε ένα εγκαταλειμμένο παιδί στην καλύβα του και το μεγάλωσε. Μια μέρα τον άκουσα να το συμβουλεύει:
— Αν τύχη να σε βρίσει κανείς, Γάιε μου, εσύ ευλόγησε τον. Όταν σε προσκαλέσουν σε τραπέζι, φάγε τα χειρότερα κι' άφησε για τους άλλους τα καλλίτερα. Αν πρέπει να διάλεξης μόνος τα φορέματα σου, προτίμησε τα παλιά κι' άφησε στους άλλους τα καινούργια. Αν σε στείλουν...
Δεν πρόφτασε να τελείωση τη φράση του ο Γέροντας, το παιδί βιάστηκε να τον διακόψει:
— Μα για κουτό με περνάς, Άββά, να κάνω όλα τούτα που μου αραδιάζεις;
— Ναι, παιδί μου, αποκρίθηκε ο καλός Άββάς, γίνε μωρός, για την αγάπη του Χριστού μας, να βρεις γαλήνη στη ζωή σου.
Θέλοντας να βεβαιωθούν οι Γέροντες, αν πραγματικά ήταν τόσο ταπεινός και πράος ο Αββάς Αγάθων, όσο τουλάχιστον φημιζόταν, πήγαν μια μέρα τάχα θυμωμένοι στο κελί του και του φώναξαν:
— Εσύ είσαι ο Αγάθων, ο φαύλος και υπερήφανος;
— Ναι, Πατέρες μου, τέτοιος είμαι, αποκρίθηκε εκείνος, χωρίς καν να ταραχτεί.
— Και τολμάς να φλυαρείς και να κατακρίνεις τους αδελφούς; εξακολούθησαν οι άλλοι.
— Δίκιο έχετε, αλλά παρακαλέστε τον Θεό να μ' ελεήσει, είπε πάλι ο ταπεινός Αγάθων.
Τρεις ευσεβείς νέοι, φίλοι μεταξύ τους, ακολούθησαν τρεις διαφορετικούς δρόμους για την αγάπη του Χριστού.
Ο ένας αποφάσισε ν' αφιέρωσει τη ζωή του στο να συμφιλιώνει μεταξύ τους τους εχθρούς και αντιπάλους. Τον συγκινούσε βαθειά το έργον του ειρηνοποιού.
Ο άλλος, δοσμένος ολόψυχα στην αγάπη του πλησίον, πήγαινε βάλσαμο παρηγοριάς στους δυστυχισμένους.
Ο τρίτος, φλογερός εραστής της ησυχίας, πήγε στην έρημο να ζήσει ξένος κι' άγνωστος ανάμεσα στους ασκητές και ερημίτες.
Πέρασαν μερικά χρόνια. Ο πρώτος, αηδιασμένος απ τις δολοπλοκίες, τις αντιθέσεις, τις διαμάχες των ανθρώπων, που δεν είχαν ποτέ σταματημό, πήγε να βρει το σύντροφο του να δεί μήπως εκείνος είχε πιο επιτυχία στο έργο του. Αλλά κι' εκείνος ήταν απογοητευμένος. Η δυστυχία κι η κακομοιριά των συνανθρώπων του ήταν τόσο μεγάλη που δεν έφθανε να την ανακούφιση, καθώς ήθελε. Κι οι δύο μαζί τότε ξεκίνησαν να συναντήσουν τον παλιό τους φίλο να δουν τί κέρδος είχε εκείνος από την ξενιτεία του. Τον βρήκαν στο ερημητήριο του κι' αφού του διηγήθηκαν τα βάσανα τους, τον ρώτησαν τί απόκτησε ζώντας τόσα χρόνια αποτραβηγμένος από τον κόσμο. Εκείνος αντί να τους αποκριθεί με λόγια, έκανε τούτο το παράξενο: Πήρε ένα δοχείο, το γέμισε νερό κι' είπε στους φίλους του να κοιτάξουν μέσα.
— Βλέπετε τίποτε; τους ρώτησε.
— Νερό ταραγμένο.
Ύστερα από λίγο, όταν το νερό είχε ηρεμήσει πια, τους είπε να ξανακοιτάξουν μέσα.
— Τί βλέπετε;
— Τα πρόσωπα μας, αποκρίθηκαν εκείνοι.
— Να, λοιπόν, τί απόκτησα στην ηρεμία της ερήμου, είπε τότε ο ησυχαστής. Βλέπω κάθε μέρα και γνωρίζω καλλίτερα τον εαυτό μου, τις ελλείψεις και τις αδυναμίες μου. Αγωνίζομαι να διορθωθώ και ποτέ δεν ένοιωσα κόπο κι' απογοήτευση.
Οι άλλοι δύο συμφώνησαν πώς ο ερημίτης είχε δίκαιο.
Όσο κι' αν κοπιάσεις να σπείρεις στο δρόμο που πατιέται, χλωρό φύλλο δε φυτρώνει• άλλο τόσο κι' αν μοχθήσεις να καλλιεργήσεις καρδιά βαρυμένη με βιοτικές μέριμνες, άδικα κοπιάζεις• αδύνατον είναι να βλάστηση αρετές. Γι' αυτό οι Πατέρες διάλεξαν την ξενιτεία, λέγει κάποιος Αββάς.
Όταν έπαψαν οι Εβραίοι ν' ασχολούνται με τις δουλειές των Αιγυπτίων, κι' έμειναν στις σκηνές, έμαθαν πώς να λατρεύουν τον Θεό, λέγει σοφός Πατήρ. Και τα πλοία, όχι στο πέλαγος, αλλά στο λιμάνι εμπορεύονται και κερδίζουν. Το ίδιο κι' η ψυχή, αν δεν πάψη ν' ασχολείται με τα πράγματα του κόσμου και δε μείνει σε τόπο ήσυχο, ούτε τον Θεό βρίσκει, ούτε αρετές αποκτά.
Αληθινή ξενιτεία είναι να γνωρίζει να συγκρατεί ο άνθρωπος τη γλώσσα του όπου κι' αν βρίσκεται, έλεγε ο Αββάς Τιθόης.
Σ' ένα νέο, που είχε αποφασίσει να μονάσει σε Κοινόβιο, ο Αββάς Ποιμήν έδωσε την ακόλουθη συμβουλή:
— Αν θέλεις, αδελφέ, να γίνεις καλός μοναχός και μάλιστα κοινοβιάτης, κράτησε καλά στο νου σου αυτά τα δύο: Πρώτον, απόφευγε τις περιττές κουβέντες, και, δεύτερον, μην απόκτησης ποτέ δικό σου πράγμα, ούτε μικρό λαγήνι για νερό, και θα είσαι σ' όλη σου τη ζωή αναπαυμένος.
Ένας από τους παλαιότερους Πατέρας συνήθιζε να λέγει πως πολλοί από τούς Μοναχούς μοίρασαν τα υπάρχοντα τους στους φτωχούς, άφησαν γονείς και φίλους και κλείστηκαν στα Μοναστήρια για την αγάπη του Χριστού. Κατόρθωσαν τα πιο μεγάλα, μα νικήθηκαν στα μικροπράγματα κι' έγιναν παιγνίδι στα χέρια του διαβόλου. Κι' όλα αυτά συνέβησαν, γιατί καταπάτησαν την υπόσχεση της ακτημοσύνης, κρατώντας στο κελί τους σακούλια με ξηρούς καρπούς, καλαθάκια με οπωρικά, βελόνες, ψαλίδια ή ζώνες. Δεν καταλαβαίνουν οι δυστυχείς πως μ' αυτόν τον τρόπο ακολουθούν τον Ανανία και τη Σαπφείρα των Πράξεων.
Αγάπα, αδελφέ, τα φτωχικά ενδύματα, αν θέλεις να διώξεις από την καρδιά σου την υψηλοφροσύνη. Όποιος αγαπά την πολυτέλεια, είναι αδύνατο να απόκτηση ταπεινοσύνη. Είναι φυσικό να διαμορφώνεται ο εσωτερικός άνθρωπος σύμφωνα με τον εξωτερικό.
Ο Αββάς Παμβώ θέλει τον μοναχό ντυμένο με τέτοια ρούχα, που, αν τα πετάξει στο δρόμο, να μη καταδεχτούν ούτε οι ζητιάνοι να τα πάρουν.
Κάποιος πλούσιος χριστιανός επισκέφτηκε κάποτε έναν Ερημίτη και, φεύγοντας, του πρόσφερε ένα γερό φιλοδώρημα. Εκείνος όμως με κανένα τρόπο δεν ήθελε να το δεχτεί.
— Πάρε το, Αββά, τον παρακαλούσε ο επισκέπτης, και μοίρασέ το στους φτωχούς.
— Αυτό είναι διπλή ντροπή για μένα, τέκνον μου, του αποκρίθηκε ο Γέροντας, να παίρνω χωρίς να έχω ανάγκη και να κενοδοξώ μοιράζοντας τα ξένα ελεημοσύνη.
Αν δώσεις ελεημοσύνη, λέγει άλλος Γέροντας, κι ο λογισμός σε θλίβει πως έδωσες πολύ, μη δίνης προσοχή σ' αυτόν, γιατί είναι σατανικός. Καλλίτερα όμως για σένα είναι να ζεις με τόση ακτημοσύνη, πού να έχεις ανάγκη από τους άλλους να σ' ελεούν. Εκείνος πού δίνει, έχει την ικανοποίηση πως κάνει κάτι καλό. Αλλ' όποιος στερείται και δεν έχει ποτέ να δώσει κάτι, αποκτά ταπεινοσύνη με τη σκέψη πως ποτέ δεν κάνει τίποτε καλό. Έτσι έζησαν οι Πατέρες μας. Μ' αυτόν τον τρόπο βρήκε τον Θεό ο Μέγας Αρσένιος.
Επαινούσαν οι Πατέρες την ακτημοσύνη και την αφιλοχρηματία του Αββά Αγάθωνος και του υποτακτικού του. Όταν κατέβαιναν στην αγορά να πουλήσουν το εργόχειρο τους έλεγαν μία φορά την τιμή στον αγοραστή. Αν εκείνος άρχιζε τα παζαρέματα, αυτοί σώπαιναν και τον άφηναν να του δώσει όσα ήθελε. Αν πάλι είχαν ανάγκη οι ίδιοι να αγοράσουν κάτι, έδιναν αμέσως τα χρήματα που τους ζητούσαν, χωρίς να βγάλουν λέξη από το στόμα τους.
Ένας σοφός Γέροντας, στον οποίον πήγαιναν πολλοί για συμβουλές, συνήθιζε να λέγει:
— Πόσο καλλίτερα θα ήταν για μένα να διδάσκομαι παρά να κάνω το δάσκαλο στους άλλους.
— Ποιό είναι το έργο του Μοναχού; ρώτησε μια μέρα το νεαρό υποτακτικό του ο Όσιος Μακάριος.
— Συ ρωτάς εμένα, Αββά; είπε ντροπαλά ο νέος.
— Γιατί όχι; αποκρίθηκε ο Όσιος. Μυαλό έχεις να σκεφτείς.
— Νομίζω πως ο Μοναχός δεν έχει άλλο έργο ανώτερο από το να βιάζει διαρκώς τον εαυτό του να κάνη το καλό, είπε τότε ο υποτακτικός.
Ο Γέροντας συμφώνησε πως ήταν πολύ ορθή η απάντηση του.
Τι είναι ταπείνωσις, Αββά; ρώτησαν κάποιον Γέροντα οι αδελφοί της σκήτης.
— Ταπείνωσις, παιδιά μου, αποκρίθηκε εκείνος, είναι να σού φταίξει ο άλλος και συ να τον συγχωρέσεις παρ'ευθύς, χωρίς να περιμένεις να σου ζητήσει συγγνώμη.
Πιο σύντομο δρόμο για τον Ουρανό από την ταπεινοσύνη δε μπορείς να βρεις, έλεγε άλλος Πατήρ.
Δύο Επίσκοποι σε γειτονικές επαρχίες, ο ένας πλούσιος και ισχυρός, ο άλλος φτωχός και ταπεινός, παρεξηγήθηκαν κάποτε γι' ασήμαντη αφορμή. Από τότε ζητούσε ο πλούσιος ευκαιρία να εκδικηθεί το φτωχό. Εκείνος όμως δε φοβήθηκε κι' έλεγε συχνά στους κληρικούς του:
— Κάνετε υπομονή, Αδελφοί, εμείς θα νικήσουμε στο τέλος.
Σ' ένα μεγάλο πανηγύρι, που ο πλούσιος Επίσκοπος με πομπή ατέλειωτη λιτάνευε την εικόνα του Αγίου που γιόρταζε, ο γείτονάς του πήρε όλους τους κληρικούς του και πήγε στην επαρχία του.
— Θα κάνετε ότι κάνω εγώ, τους είχε ειπεί, και σήμερα, με τη δύναμη του Θεού, θα τον νικήσουμε.
— Τί έχει στο νου του τάχα να κάνη; έλεγαν με απορία εκείνοι μεταξύ τους.
Σαν έφτασαν στη γειτονική πόλη, η πομπή βρισκόταν στον πιο κεντρικό δρόμο. Τότε ο ταπεινός Επίσκοπος, με όλο του τον κλήρο, έπεσε στα πόδια του αντιπάλου του και είπε δυνατά για ν' ακουστεί απ' όλους:
— Συγχώρεσέ μας, δέσποτα, δούλοι σου είμαστε όλοι.
Ό ισχυρός Επίσκοπος εκάμφθηκε και, διώχνοντας τη σκληρότητα από την καρδιά του, αγκάλιασε τον αδελφό του και του είπε ταπεινά:
— Σύ είσαι Πατέρας και δεσπότης μου.
Από την ήμερα εκείνη απόκτησαν μεγάλη φιλία μεταξύ τους.
Δεν σας έλεγα, τέκνα μου, πως θα τον νικήσουμε; έλεγε ο φτωχός Επίσκοπος στους κληρικούς του. Η ταπεινοσύνη είναι αληθινή δύναμη στη ζωή.
ΟΤΑΝ ΕΙΣΑΙ στὴν ἐκκλησία γιὰ νὰ μεταλάβεις τὰ θεῖα μυστήρια τοῦ Χριστοῦ, μὴ βγεῖς ἔξω χωρὶς νὰ ἔχεις τὴν τέλεια εἰρήνη. Μεῖνε στὸ ἴδιο μέρος καὶ μὴ φύγεις μέχρι τὴν ἀπόλυση. Νὰ σκέπτεσαι πὼς εἶσαι στὸν οὐρανὸ μαζὶ μὲ τοὺς Ἁγίους Ἀγγέλους γιὰ νὰ συναντήσεις τὸν Θεὸ καὶ νὰ τὸν ὑποδεχθεῖς μέσα στὴν καρδιά σου. Νὰ προετοιμάζεσαι γιὰ τὴ Θεία Κονωνία μὲ φόβο καὶ τρόμο πολύ, γιὰ νὰ μὴ μεταλάβεις ἀνάξια τὶς Ἅγιες δυνάμεις.
Ὅσιος Θεόγνωστος
ΑΝ ΑΓΑΠΑΣ τὴν ἀφθαρσία καὶ τὴν ἀθανασία, ἔλα μὲ τιμὴ καὶ εὐλάβεια καὶ πίστη στὰ ζωοποιὰ καὶ ἄφθαρτα μυστήρια, μὲ πόθο ἀκόμη νὰ ἀποδημήσεις ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸ ἐπειδὴ ἡ πίστη σου σὲ ὁλοκλήρωσε• ἂν φοβᾶσαι τὸν θάνατο δὲν ἑνώθηκες ἀπὸ ἀγάπη μὲ τὸν Χριστό, κι ἂς σοῦ δόθηκε ἡ τιμὴ νὰ τὸν θυσιάζεις μὲ τὰ ἴδια σου τὰ χέρια καὶ νὰ παίρνεις τὶς σάρκες του• ἂν τὸν ἀγαποῦσες θὰ βιαζόσουν νὰ φύγεις ὅπου εἶναι ὁ ἀγαπημένος σου καὶ καθόλου δὲν θὰ σκεφτόσουν τὴ ζωὴ καὶ τὴ σάρκα σου.
ΟΠΩΣ ΕΙΠΕ κάποιος ἅγιος, δὲν κατέρχεται τὸ σῶμα τοῦ Θεοῦ Λόγου ποὺ ἀναλήφθηκε γιὰ νὰ θυσιαστεῖ στὴ θεία Λειτουργία, ἀλλὰ ὁ ἴδιος ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος μεταβάλλονται σὲ σῶμα καὶ αἷμα τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν ἱεροτελεστία ποὺ ἐπιτελοῦν ἐκεῖνοι ποὺ ἀξιώθηκαν τὴ θεία ἱερωσύνη• ὁ ἄρτος καὶ ὁ οἶνος δέχονται τὴ μεταβολὴ αὐτὴ μὲ τὴν ἐνέργεια καὶ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Δὲν μεταβάλλεται ὁ ἄρτος σὲ κάποιο σῶμα ἄλλο ἀπὸ αὐτὸ τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ σ᾽ αὐτὸ τὸ ἴδιο, καὶ προσφέρει αἰώνια ζωή, καὶ δὲν φθείρεται. Πόσο ἁγνὸς λοιπὸν καὶ ἅγιος πρέπει νὰ εἶναι ὁ ἱερέας ποὺ ἀγγίζει σῶμα Θεοῦ! Καὶ πόση παρρησία πρέπει νὰ ἔχει ἐκεῖνος ποὺ συνδέει Θεὸ καὶ ἀνθρώπους καὶ ἔχει συνεργάτες του τὴν Πάναγνη Μητέρα τοῦ Θεοῦ, ὅλες τὶς δυνάμεις τῶν Ἀγγέλων τὶς ἐπουράνιες καὶ ὅλους τοὺς ἁγίους; Νομίζω πὼς πρέπει νὰ ἔχει μὲ τὸν Θεὸ τὴν οἰκειότητα ποὺ ἔχουν οἱ Ἄγγελοι ἢ οἱ Ἀρχάγγελοι, ἀκριβῶς ὅπως ἔχει καὶ τὸ δικό τους ἀξίωμα.
ΣΗΜΕΙΩΣΕ Πισήνιε, ὅτι τὰ τίμια δῶρα ποὺ σὲ λίγο θὰ ἁγιασθοῦν μένουν ἀκάλυπτα ἐπάνω στὴν ἁγία τράπεζα μετὰ τὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, κάπως σὰν νὰ παρακαλοῦν τὸν Θεὸ γιὰ τὴ σωτηρία αὐτῶν ποὺ τὰ προσφέρουν, σὰν νὰ καλοῦν μὲ ἄρρητες φωνὲς Ἐκεῖνον ποὺ κατοικεῖ στοὺς οὐρανούς. Κι Ἐκεῖνος ποὺ τὰ βλέπει δὲν ἀδιαφορεῖ• τὰ κοιτάει καὶ προσέχει καὶ θυμᾶται τὴν ἑκούσια σάρκωσή Του γιὰ τοὺς ἁμαρτωλούς, τὴν ἀνείπωτη συγκατάβαση καὶ τὴ Σφαγή Του γιὰ χάρη τῶν ἀνθρώπων. Γιατὶ δὲν μᾶς χάρισε τὴ λύτρωση καὶ τὴ σωτηρία μὲ τὸ πάθος Του ἐνῶ εἴμασταν δίκαιοι• ἀντίπαλους ἐλέησε καὶ ξανακάλεσε κοντά του.
Ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής
ΣΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ποὺ τελοῦμε ὅταν συγκεντρωνόμαστε στὴν ἐκκλησία, ἡ πρώτη εἴσοδος γενικὰ σημαίνει τὴν πρώτη παρουσία τοῦ Θεοῦ μας, καὶ εἰδικὰ τὴ μεταστροφὴ ἐκείνων ποὺ μὲ τὴ βοήθειά Του καὶ μαζί Του εἰσέρχονται ἀπὸ τὴν ἀπιστία στὴν πίστη καὶ ἀπὸ τὴν κακία στὴν ἀρετὴ καὶ ἀπὸ τὴν ἀγνωσία στὴ γνώση.
Ἀββᾶς Θεόδωρος τῆς Φέρμης
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Θεόδωρος τῆς Φέρμης:
- Ἄνθρωπος ποὺ στέκεται σὲ μετάνοια δὲν εἶναι δεμένος σ᾽ ἐντολή.
Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ Θηβαῖος
Ο ΑΒΒΑΣ Ἰσαὰκ ὁ Θηβαῖος ἐπισκέφθηκε κάποτε ἕνα κοινόβιο καὶ βλέποντας ἕναν ἀδελφὸ νὰ ἁμαρτάνει τὸν κατέκρινε. Ὅταν ἀναχώρησε στὴν ἔρημο ἦρθε ἄγγελος Κυρίου καὶ στάθηκε μπροστὰ στὴν εἴσοδο τοῦ κελιοῦ του λέγοντας:
- Δὲν σ᾽ ἀφήνω νὰ μπεῖς μέσα.
Ἐκεῖνος τότε τὸν παρακαλοῦσε
- Τί ἔκανα;
Καὶ ὁ ἄγγελος τοῦ ἀποκρίθηκε
- Μ᾽ ἔστειλε ὁ Θεὸς μὲ τὴν ἐντολὴ «πές του: ποῦ διατάζεις νὰ βάλω τὸν ἁμαρτωλὸ ἀδελφὸ ποὺ κατέκρινες;»
Κι ἐκεῖνος ἀμέσως μετανόησε καὶ εἶπε
- Ἁμάρτησα, συγχώρησέ με.
Καὶ ὁ ἄγγελος εἶπε
- Σήκω, σὲ συγχώρησε ὁ Θεός. Ἀπὸ δῶ κι ἐμπρὸς πρόσεξε νὰ μὴν κρίνεις κανένα πρὶν τὸν κρίνει Ἐκεῖνος.
Ἀββᾶς Ποιμήν
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ποιμήν
- Ἂν ἕνας ἄνθρωπος ἁμαρτήσει καὶ τὸ ἀρνηθεῖ λέγοντας «δὲν ἁμάρτησα», μὴ τὸν ἐλέγξεις• διαφορετικὰ βλάπτεις τὴν καλή του θέληση. Ἂν ὅμως τοῦ πεῖς «μὴ στενοχωριέσαι ἀδελφέ, ἀλλὰ στὸ μέλλον νὰ εἶσαι προσεκτικώτερος», ἐξυψώνεις τὴν ψυχή του σὲ μετάνοια.
Ἀββᾶς Δωρόθεος
Ο ΑΒΒΑΣ Δωρόθεος ἔλεγε πὼς εἶναι ἀδύνατον αὐτὸς ποὺ κρατάει τὶς δικές του ἀπόψεις καὶ σκέψεις νὰ ὑποταχθεῖ ἢ νὰ συμμορφωθεῖ μὲ τὸ καλὸ τοῦ πλησίον του.
Μέγας Ἀντώνιος
Ο ΘΕΟΣ δημιούργησε μὲ τὸν λόγο Του τὰ διάφορα γένη τῶν ζώων γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου• ἄλλα γιὰ τροφή, ἄλλα γιὰ νὰ τὸν ὑπηρετοῦν• τὸν ἄνθρωπο τὸν δημιούργησε γιὰ νὰ κοιτάει μὲ θαυμασμὸ τὰ ζῶα καὶ τὰ ἔργα τους καὶ νὰ εὐχαριστεῖ τὸν Θεό. Νὰ προσέχουν λοιπὸν πάρα πολὺ οἱ ἄνθρωποι μήπως συμβεῖ καὶ πεθάνουν ὅπως τὰ ἄλογα ζῶα, χωρὶς νὰ δοῦν καὶ νὰ νοιώσουν τὸν Θεό. Πρέπει ἀκόμη νὰ καταλάβει ὁ ἄνθρωπος ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι παντοδύναμος καὶ ὅτι τίποτα δὲν ὑπάρχει χωρὶς νὰ τὸ ἐπιθυμεῖ Ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ κάνει τὰ πάντα• ἀλλὰ δημιούργησε καὶ δημιουργεῖ ὅσα θέλει ἀπὸ τὸ μηδὲν μὲ τὸν λόγο Του γιὰ νὰ σώσει τοὺς ἀνθρώπους.
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ τὸν κατανοοῦν εἶναι ἀθανασία• γιὰ τοὺς ἀνόητους ὅμως ποὺ δὲν τὸν καταλαβαίνουν εἶναι θάνατος ἀλλ᾽ αὐτὸ τὸν θάνατο δὲν πρέπει νὰ τὸν φοβόμαστε• ἡ ἀπώλεια τῆς ψυχῆς, δηλαδὴ ἡ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἡ πραγματικὴ συμφορὰ γιὰ τὴν ψυχή, καὶ πρέπει νὰ τὴ φοβόμαστε.
Ἅγιος Κασσιανὸς ὁ Ρωμαῖος
ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ἀπ᾽ ὅλους μίλησε ὁ μακάριος Ἀντώνιος: «ὅσα εἴπατε εἶναι ὅλα ἀναγκαῖα καὶ ὠφέλιμα γιὰ ἐκείνους ποὺ ζητοῦν τὸν Θεὸ καὶ θέλουν νὰ πλησιάσουν κοντά του. Ἀλλὰ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ δώσουμε τὰ πρωτεῖα σ᾽ αὐτὲς τὶς ἀρετές• ἔχουμε δεῖ πολλοὺς ποὺ βασανίστηκαν μὲ νηστεῖες καὶ ἀγρυπνίες καὶ ἀναχώρησαν στὴν ἔρημο, καὶ ἄσκησαν τέτοια ἀκτημοσύνη ὥστε νὰ μὴν ἀφήνουν γιὰ τὸν ἑαυτό τους οὔτε τὴν καθημερινὴ τροφή, καὶ κατόρθωσαν τέτοια ἐλεημοσύνη ὥστε δὲν ἔφθαναν ὅσα εἶχαν γιὰ νὰ δίνουν• καὶ μετὰ ἔγιναν ἀξιολύπητοι ἔτσι ὅπως ξέπεσαν ἀπὸ τὴν ἀρετὴ καὶ γλύστρησαν στὴν κακία. Τί λοιπὸν τοὺς ἔκανε νὰ χάσουν τὴν εὐθεία ὁδό; Τίποτε ἄλλο, ὅπως πιστεύω καὶ κρίνω, παρὰ μόνο τὸ ὅτι δὲν εἶχαν τὸ χάρισμα τῆς διακρίσεως. Αὐτὸ τὸ χάρισμα διδάσκει τὸν ἄνθρωπο νὰ μὴν ὑπερβάλλει σὲ τίποτα καὶ ν᾽ ἀκολουθεῖ τὴ βασιλικὴ ὁδό• καὶ δὲν τὸν ἀφήνει οὔτε ἀπὸ δεξιὰ νὰ βλάπτεται μὲ τὴν ἄμετρη ἐγκράτεια, οὔτε ἀπὸ ἀριστερὰ νὰ παρασύρεται στὴν ἀδιαφορία καὶ τὴ μαλθακότητα.῾Η διάκριση εἶναι γιὰ τὴν ψυχὴ ἕνα μάτι κι ἕνα λυχνάρι, ὅπως λέει καὶ τὸ Εὐαγγέλιο: «τὸ μάτι εἶναι τὸ λυχνάρι τοῦ σώματος• ἂν τὸ μάτι σου γίνει ἁπλὸ ὁλόκληρο τὸ σῶμα σου θὰ εἶναι φωτεινό• ἂν τὸ μάτι σου σκοτεινιάσει ὅλο τὸ σῶμα σου θὰ εἶναι σκοτεινό». Καὶ πράγματι ἔτσι εἶναι. Γιατὶ ἡ διάκριση ἐλέγχει ὅλες τὶς σκέψεις καὶ πράξεις τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἀντιλαμβάνεται καὶ ξεχωρίζει ὅ,τι εἶναι κακὸ καὶ δὲν ἀρέσει στὸν Θεὸ κι ἔτσι διώχνει τὴν πλάνη. Κι αὐτὸ μπορεῖ νὰ τὸ δεῖ κανεὶς κι ἀπὸ τὶς διηγήσεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Ὁ Σαοὺλ γιὰ παράδειγμα, ποὺ πρῶτα σ᾽ αὐτὸν ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς τὴ βασιλεία τοῦ Ἰσραήλ, ἐπειδὴ δὲν εἶχε αὐτὸ τὸ μάτι τῆς διάκρισης σκοτίσθηκε ἡ σκέψη του καὶ δὲν μπόρεσε νὰ διακρίνει ὅτι ἡ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ ἦταν νὰ ὑπακούσει στὶς ἐντολὲς τοῦ ἁγίου Σαμουὴλ παρὰ νὰ προσφέρει θυσία• κι ἐνῶ νόμιζε ὅτι αὐτὰ ποὺ κάνει εὐχαριστοῦν τὸν Θεό, αὐτὰ ἀκριβῶς ἦταν τὰ σφάλματα γιὰ τὰ ὁποῖα διώχθηκε ἀπὸ τὴ βασιλεία. Δὲν θὰ τὸ πάθαινε αὐτὸ ἂν εἶχε ἀποκτήσει μέσα του τὸ φῶς τῆς διάκρισης. Τὴν διάκριση καὶ ὁ Ἀπόστολος τὴν ὀνομάζει ἥλιο ὅταν λέει «ἂς μὴ σᾶς ἀφήνει ὀργισμένους ἡ δύση τοῦ ἥλιου». Καὶ ὀνομάζεται ἀκόμη κυβέρνηση τῆς ζωῆς μας, σύμφωνα μὲ τὸ γραμμένο «ὅσοι δὲν ἔχουν κυβέρνηση πέφτουν σὰν τὰ φύλλα». Καὶ ἡ Γραφὴ τὴν ὀνομάζει ἐπίγνωση, καὶ μᾶς διδάσκει νὰ μὴν κάνουμε τίποτα χωρὶς αὐτή, ὥστε ἀκόμη καὶ τὸ πνευματικὸ κρασὶ ποὺ εὐφραίνει τὴν καρδιὰ τοῦ ἀνθρώπου νὰ μὴν τὸ πίνουμε χωρὶς διάκριση, ὅπως λέει τὸ ρητό «μ᾽ ἐπίγνωση νὰ πίνεις κρασί», καὶ ἀκόμη «ὅποιος δὲν ἐνεργεῖ πάντοτε μὲ ἐπίγνωση μοιάζει μὲ πόλη κατεστραμμένη καὶ ἀτείχιστη». Στὴ διάκριση ὀφείλεται ἡ σοφία καὶ ἡ νόηση καὶ ἡ σύνεση, χωρὶς τὶς ὁποῖες δὲν μποροῦμε νὰ κτίσουμε τὸ ἐσωτερικό μας σπίτι, οὔτε νὰ μαζέψουμε πνευματικὸ πλοῦτο, ὅπως ἔχει εἰπωθεῖ «τὸ σπίτι κτίζεται μὲ τὴ σοφία καὶ ὑψώνεται μὲ τὴ σύνεση καὶ γεμίζουν πλοῦτο οἱ ἀποθῆκες του μὲ τὴ φρόνηση». Ἀκόμη ἔχει ὀνομαστεῖ καὶ στέρεη τροφὴ γιὰ ἐκείνους ποὺ μὲ τὴν ἄσκηση ἔχουν γυμνάσει τὰ αἰσθητήριά τους καὶ ἀπὸ συνήθεια πιὰ διακρίνουν τὸ καλὸ καὶ τὸ κακό. Εἶναι λοιπὸν φανερὸ ὅτι χωρὶς τὸ χάρισμα τῆς διάκρισης καμμιὰ ἀρετὴ δὲν δημιουργεῖται ἢ δὲν διατηρεῖται σταθερὰ ὣς τὸ τέλος• ἡ διάκριση γεννᾶ καὶ προστατεύει ὅλες τὶς ἀρετές».
Ἀββᾶς Ἀντώνιος
ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΛΗΣΙΟΝ μας προέρχεται ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος. Γιατὶ ἂν κερδίσουμε τὸν ἀδελφό μας, κερδίζουμε τὸν Θεό• ἂν ὅμως τὸν σκανδαλίσουμε, ἁμαρτάνουμε στὸν Χριστό.
ΕΠΙΣΚΕΦΘΗΚΑΝ ΚΑΠΟΤΕ τὸν ἀββᾶ Ἀντώνιο γέροντες καὶ μαζί τους ἦταν ὁ ἀββᾶς Ἰωσήφ. Ὁ γέροντας θέλησε νὰ τοὺς δοκιμάσει καὶ διαλέγοντας ἕνα ρητὸ ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ τοὺς ρωτοῦσε τί σημαίνει, ἀρχίζοντας ἀπὸ τοὺς μικρότερους. Καὶ ἕνας ἕνας ἔλεγε ὅπως μποροῦσε τὴ γνώμη του. Ὅταν τελείωναν ὁ γέροντας ἔλεγε σὲ ὅλους:
— Δὲν τὸ κατάλαβες ἀκόμα.
Τέλος ρώτησε καὶ τὸν ἀββᾶ Ἰωσὴφ.
— Ἐσὺ τί νομίζεις ὅτι σημαίνει αὐτὸ τὸ ρητό;
Κι ἐκεῖνος ἀπάντησε:
— Δὲν ξέρω.
Τότε ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος εἶπε:
— Πάντως ὁ ἀββᾶς Ἰωσὴφ βρῆκε τὸν δρόμο ἐπειδὴ εἶπε «δὲν ξέρω».
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος
— Ἔρχεται καιρὸς ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ τρελλαθοῦν καὶ ὅταν δοῦν κάποιον ποὺ δὲν εἶναι τρελὸς θὰ ξεσηκωθοῦν ἐναντίον του καὶ θὰ τοῦ ποῦν «εἶσαι τρελός», ἐπειδὴ δὲν εἶναι ὅμοιος μ᾽ αὐτούς.
ΤΡΕΙΣ ΠΑΤΕΡΕΣ εἶχαν τὴ συνήθεια κάθε χρόνο νὰ ἐπισκέπτονται τὸν μακάριο Ἀντώνιο. Κι ἐνῶ οἱ δύο τὸν ρωτοῦσαν γιὰ τὴ σκέψη καὶ γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς, ὁ ἕνας ἔμενε πάντοτε σιωπηλὸς καὶ δὲν ρωτοῦσε τίποτα.
Μετὰ ἀπὸ πολὺ χρόνο ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος τοῦ λέει:
— Ὁρίστε, τόσες φορὲς ἔχεις ἔρθει ἐδῶ καὶ δὲν μὲ ρωτᾶς τίποτα.
Κι ἐκεῖνος τότε τοῦ ἀπάντησε:
— Μοῦ φθάνει μόνο νὰ σὲ βλέπω, πάτερ.
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος:
— Δὲν φοβᾶμαι πιὰ τὸν Θεό, ἀλλὰ τὸν ἀγαπάω. «Γιατὶ ἡ ἀγάπη διώχνει τὸν φόβο» (Ἰωαν. Α' 4:18).
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος:
— Ἐκεῖνος ποὺ κτυπάει τὴ μάζα τοῦ σιδήρου σκέπτεται πρῶτα τὶ θέλει νὰ φτιάξει, δρεπάνι, μαχαίρι, τσεκούρι. Ἔτσι κι ἐμεῖς πρέπει νὰ σκεπτόμαστε γιὰ ποιά ἀρετὴ παλεύουμε, ὥστε νὰ μὴ κοπιάζουμε μάταια.
Ἀββᾶς Ἀρσένιος
ΟΤΑΝ ΚΑΠΟΤΕ ὁ ἀββᾶς Ἀρσένιος συμβουλευόταν ἕναν Αἰγύπτιο γέροντα, ἕνας ἄλλος ποὺ τὸν εἶδε τοῦ εἶπε:
— Ἀββᾶ Ἀρσένιε, σὺ ποὺ τόσο κατέχεις τὴ ρωμαϊκὴ καὶ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία, πῶς καὶ ρωτᾶς αὐτὸν ἐδῶ τὸν ἀγροῖκο γιὰ τὶς σκέψεις σου;
Κι ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε:
— Τὴ ρωμαϊκὴ καὶ τὴν ἑλληνικὴ παιδεία τὴν κατέχω, τὴν ἀλφάβητο ὅμως αὐτοῦ τοῦ ἀγροίκου δὲν τὴν ἔχω μάθει ἀκόμα.
Ἀββᾶς Ἀγάθων
ΕΙΠΕ
— Ὁ ἄνθρωπος ποὺ ὀργίζεται δὲν εἶναι δεκτὸς ἀπὸ τὸν Θεὸ ἀκόμα κι ἂν ἀναστήσει νεκρό.
Ἅγιος῾Ησαΐας ὁ Ἀναχωρητής
Η ΟΡΓΗ εἶναι πάθος τοῦ νοῦ φυσιολογικό. Καὶ χωρὶς τὴν ὀργὴ δὲν ἐξαγνίζεται ὁ ἄνθρωπος - ἂν δὲν ὀργισθεῖ μὲ ὅλες τὶς ἁμαρτίες ποὺ τοῦ ὑποβάλλει μέσῳ τῶν ἀνθρώπων ὁ πονηρός. Καὶ ὅταν τὸν ἀνακάλυψε ὁ Ἰὼβ ἔβρισε τοὺς ἐχθρούς του μὲ τὰ λόγια αὐτά: «ἄτιμοι καὶ διεφθαρμένοι ποὺ δὲν ἔχετε τίποτε καλό, ποὺ δὲν σᾶς θεωρῶ ἄξιους οὔτε γιὰ σκύλους τῶν ποιμνίων μου». Ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ κατορθώσει τὴν κατὰ φύσιν ὀργὴ ξεριζώνει ὅλα τὰ δικά του θελήματα μέχρι νὰ ὑψωθεῖ στὴ φυσικὴ κατάσταση τοῦ νοῦ.
Ἀββᾶς Ἁλώνιος
ΡΩΤΗΣΕ κάποτε ὁ ἀββᾶς Ἀγάθων τὸν ἀββᾶ Ἁλώνιο:
— Πῶς θὰ μποροῦσα νὰ συγκρατήσω τὴ γλώσσα μου νὰ μὴ λέει ψέμματα;
Καὶ ὁ ἀββᾶς Ἁλώνιος τοῦ ἀπαντᾶ:
— Ἂν δὲν ψεύδεσαι, θὰ κάνεις πολλὲς ἁμαρτίες.
Ἐκεῖνος τότε εἶπε:
— Τί ἐννοεῖς;
Καὶ ὁ γέροντας τοῦ λέει:
— Ἔστω ὅτι δύο ἄνθρωποι δολοφόνησαν κάποιον μπροστὰ στὰ μάτια σου, καὶ ὁ ἕνας κρύφτηκε στὸ κελί σου. Καὶ ἔστω ὅτι ὁ ἄρχοντας ποὺ ψάχνει νὰ τὸν βρεῖ σὲ ρωτάει «ἔγινε μπροστά σου φόνος;» Ἂν δὲν πεῖς ψέμματα παραδίδεις τὸν ἄνθρωπο σὲ θάνατο. Καλύτερα ἄφησέ τον ἐλεύθερο ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ• γιατὶ Αὐτὸς γνωρίζει τὰ πάντα.
Ἀββᾶς Ἰωάννης ὁ Κολοβός
ΜΕΡΙΚΟΙ ΓΕΡΟΝΤΕΣ βρῆκαν τὸν καιρὸ νὰ φᾶνε μαζὶ στὴ Σκῆτι• ἦταν μαζί τους καὶ ὁ ἀββᾶς Ἰωάννης. Σηκώθηκε λοιπὸν κάποιος ποὺ τύχαινε νὰ εἶναι ὁ μεγαλύτερος στὴν ἡλικία, νὰ προσφέρει τὸ σταμνάκι μὲ τὸ νερό• κανεὶς δὲν δέχτηκε νὰ τὸ πάρει ἀπὸ αὐτὸν παρὰ μόνο ὁ Ἰωάννης ὁ Κολοβός. Οἱ ὑπόλοιποι λοιπὸν ἁπόρησαν καὶ τοῦ εἶπαν:
— Πῶς ἐσὺ ποὺ εἶσαι τόσο μικρότερος τόλμησες νὰ ὑπηρετηθεῖς ἀπὸ τὸν μεγαλύτερο;
Καὶ τοὺς λέει:
— Ἐγὼ ὅποτε σηκώνομαι νὰ προσφέρω τὸ σταμνάκι χαίρομαι ἅμα τὸ πάρουν ὅλοι, γιατὶ ἔτσι ἔχω μισθό. Τώρα λοιπὸν γι᾽ αὐτὸ τὸν λόγο τὸ δέχτηκα, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἔχει μισθό, μήπως λυπηθεῖ ποὺ κανεὶς δὲν δέχτηκε ἀπὸ αὐτόν. Καὶ ὅταν τ᾽ ἄκουσαν αὐτὰ θαύμασαν καὶ ὠφελήθηκαν ἀπὸ τὴ διάκρισή του.
Ἀββᾶς Ἰσαὰκ ὁ πρεσβύτερος τῶν κελιῶν
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ἰσαὰκ:
— Ὅταν ἤμουν νεώτερος ἀσκήτευα μαζὶ μὲ τὸν ἀββᾶ Κρόνιο καὶ ποτὲ δὲν μοῦ ζήτησε νὰ κάνω κάτι μολονότι ἦταν γέροντας κι ἔτρεμε ἀπ᾽ τὴν ἀδυναμία, ἀλλὰ σηκωνόταν μόνος του κι ἔφερνε τὸ σταμνάκι σ᾽ ἐμένα καὶ σ᾽ ὅλους τοὺς ἄλλους χωρὶς ἐξαίρεση. Καὶ μὲ τὸν ἀββᾶ Θεόδωρο τῆς Φέρμης ἀσκήτευσα καὶ οὔτε ἐκεῖνος μοῦ ζήτησε ποτὲ νὰ κάνω κάτι, ἀλλὰ καὶ τὸ τραπέζι μόνος του τὸ ἔστρωνε καὶ ἔλεγε:
— Ἀδελφέ, ἂν θέλεις ἔλα γιὰ φαγητό.
Κι ἐγὼ τοῦ ἔλεγα:
— Ἀββᾶ, ἦρθα κοντά σου γιὰ νὰ ὠφεληθῶ, γιατί δὲν ζητᾶς τίποτα ἀπὸ ΄μένα;
Ἀλλὰ ὁ γέροντας ἔμενε σιωπηλός. Ἔτσι ἔφυγα καὶ ζήτησα τὴ συμβουλὴ τῶν γερόντων. Οἱ γέροντες λοιπὸν ἦρθαν καὶ τοῦ εἶπαν:
— Ἀββᾶ, ἦρθε ὁ ἀδελφὸς κοντὰ στὴν ἁγιοσύνη σου γιὰ νὰ ὠφεληθεῖ, γιατί ποτὲ δὲν τοῦ ζητᾶς τίποτα;
Καὶ ὁ γέροντας τοὺς ἀπαντάει:
— Μήπως εἶμαι κοινοβιάρχης γιὰ νὰ τὸν διατάξω; Ἐγὼ ποτὲ δὲν τοῦ λέω τίποτα, ἀλλὰ ἐὰν θέλει, ὅ,τι μὲ βλέπει νὰ κάνω ἂς τὸ κάνει κι αὐτός.
Ἀπὸ τότε λοιπὸν προλάβαινα κι ἔκανα ὅτι ἔβλεπα ὅτι πήγαινε νὰ κάνει ὁ γέροντας. Ἐκεῖνος πάλι ὅποτε ἔκανε κάτι τὸ ἔκανε σιωπηλά. Καὶ τοῦτο μὲ δίδαξε, νὰ κάνω τὸ ἔργο μου σιωπηλά.
Ἀββᾶς Ἰάκωβος
ΕΙΠΕ ὁ ἀββᾶς Ἰάκωβος:
— Πιὸ σημαντικὸ εἶναι νὰ ξενιτευθεῖ κανεὶς παρὰ νὰ φιλοξενεῖ.
Ἀββᾶς Ποιμήν
ΕΛΕΓΕ ὁ ἀββᾶς Ἰωσήφ:
Εἴμαστε μὲ τὸν ἀββᾶ Ποιμένα ὅταν ἀποκάλεσε τὸν Ἀγάθωνα ἀββᾶ. Καὶ τοῦ λέμε
— Εἶναι νεαρός• γιατί τὸν ὀνομάζεις ἀββᾶ;
Καὶ ὁ ἀββᾶς Ποιμὴν εἶπε:
— Τὸ στόμα του τὸν ἔκανε νὰ ὀνομάζεται ἀββᾶς.
Ἀββᾶς Ρωμαῖος
Ο ΙΔΙΟΣ εἶπε γιὰ ἕνα γέροντα, ποὺ εἶχε καλὸ μαθητὴ καὶ ἀπὸ περιφρόνηση τὸν ἔβγαλε ἔξω ἀπὸ τὸ κελὶ μὲ τὴ μηλωτή του. Ὁ ἀδελφὸς ὅμως κάθησε ἔξω κι ἔκανε ὑπομονή. Ὅταν ἄνοιξε ὁ γέροντας τὸν εἶδε νὰ κάθεται ἐκεῖ καὶ τοῦ ἔβαλε μετάνοια λέγοντας:
— Πάτερ, ἡ ταπείνωση τῆς μακροθυμίας σου νίκησε τὴν ἀπροσεξία μου. Ἔλα μέσα• ἀπὸ τώρα ἐσὺ εἶσαι ὁ γέροντας καὶ ὁ πατέρας, κι ἐγὼ ὁ νέος κι ὁ μαθητής.
Μέγας Ἀθανάσιος
ΑΝ ΟΣΑ ΒΛΕΠΟΥΜΕ γύρω μας εἶναι ἔργα τοῦ κακοῦ, τότε ποιό εἶναι τὸ ἔργο τοῦ ἀγαθοῦ; Γιατὶ τίποτε ἄλλο δὲν βλέπουμε παρὰ μόνο τὴν κτίση τοῦ Δημιουργοῦ. Καὶ πῶς θὰ ξέραμε ὅτι ὑπάρχει ὁ ἀγαθὸς ἂν δὲν ὑπῆρχαν ἔργα δικά του μὲ τὰ ὁποῖα μποροῦμε νὰ τὸν γνωρίσουμε; Γιατὶ ἀπὸ τὰ ἔργα του γνωρίζουμε τὸν δημιουργό. Καὶ τέλος, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρχουν δύο ὄντα τελείως ἀντίθετα μεταξύ τους καὶ τί εἶναι ἐκεῖνο ποὺ τὰ χωρίζει, ἔτσι ὥστε νὰ βρίσκεται τὸ ἕνα μακριὰ ἀπὸ τὸ ἄλλο; Γιατὶ εἶναι ἀδύνατο νὰ ὑπάρχουν καὶ τὰ δύο μαζὶ ἀφοῦ τὸ ἕνα ἀναιρεῖ τὸ ἄλλο. Καὶ οὔτε θὰ μποροῦσε νὰ ὑπάρχει τὸ ἕνα μέσα στὸ ἄλλο ἀφοῦ ἀπὸ τὴ φύση τους δὲν ἔχουν τίποτα κοινὸ καὶ δὲν ἑνώνονται.
Ὅσιος Μάρκος ὁ Ἀσκητής
Ο,ΤΙ ΚΑΛΟ θυμᾶσαι, κάνε το• καὶ αὐτὸ ποὺ δὲν θυμᾶσαι θὰ σοῦ ἀποκαλυφθεῖ. Μὴ παραδώσεις ἀπερίσκεπτα στὴ λησμοσύνη τὴν ἔννοια τοῦ καλοῦ.
ΜΗ ΛΕΣ ὅτι ἔχεις ἀποκτήσει κάποια ἀρετὴ χωρὶς θλίψη• δὲν ἔχει δοκιμαστεῖ ἡ ἀρετὴ ποὺ ἀπόκτησες εὔκολα.
ΠΟΛΛΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ τῶν ἄλλων εἶναι γιὰ τὸ καλό μας• τίποτα ὅμως δὲν εἶναι πιὸ ὠφέλιμο γιὰ τὸν καθένα ἀπὸ τὴ δική του γνώμη.
ΑΝ ΘΕΛΕΙΣ νὰ γιατρευτεῖς φρόντισε τὴ συνείδησή σου, ὅ,τι σοῦ λέει κάνε το, καὶ θὰ βρεῖς τὸ φάρμακο.
ΤΑ ΚΡΥΦΑ κάθε ἀνθρώπου τὰ γνωρίζει ὁ Θεὸς καὶ ἡ συνείδηση• ἀπὸ αὐτὰ τὰ δύο καθένας ἂς διορθώνεται.
ΟΠΟΙΟΣ ΕΞΥΒΡΙΖΕΙ τὴ φρόνηση καὶ περηφανεύεται γιὰ τὴν ἀμάθειά του, δὲν εἶναι μόνο στὰ λόγια ἀνίκανος ἀλλὰ καὶ στὴ γνώση.
ΟΠΩΣ ΕΙΝΑΙ ἄλλο ἡ σοφία στὰ λόγια καὶ ἄλλο ἡ φρόνηση, ἔτσι διαφέρουν ἡ ἀνικανότητα στὰ λόγια καὶ ἡ ἀφροσύνη.
ΚΑΛΥΤΕΡΑ νὰ προσεύχεσαι μὲ εὐλάβεια γιὰ τὸν πλησίον σου παρὰ νὰ τὸν ἐλέγχεις γιὰ κάθε ἁμάρτημά του.
ΑΝ ΣΟΥ ΜΙΛΗΣΟΥΝ ἄσχημα, μὲ τὸν ἑαυτό σου νὰ ὀργίζεσαι, ὄχι μὲ τὸν ἄλλον• γιατὶ ἂν εἶναι πονηρὴ ἡ ἀκοή, πονηρὰ θὰ ἀπαντήσεις.
ΑΛΛΟ ΕΙΝΑΙ ἡ ἐκτέλεση μιᾶς ἐντολῆς καὶ ἄλλο ἡ ἀρετή, ἂν καὶ ξεκινοῦν ἡ μία ἀπὸ τὴν ἄλλη γιὰ νὰ κάνουν τὸ καλό.
ΠΑΝΤΟΤΕ ΟΣΟ ΜΠΟΡΕΙΣ νὰ κάνεις τὸ καλό, καὶ ὅταν χρειάζεται τὸ μεγαλύτερο ἐσὺ νὰ μὴ στρέφεσαι στὸ μικρότερο• γιατὶ ὅπως λέει ἡ Γραφὴ ὅποιος κοιτάει πίσω δὲν εἶναι κατάλληλος γιὰ τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ σχεδὸν δὲν μπορεῖ νὰ διαχειριστεῖ οὔτε αὐτὰ ποὺ ἔχει ἀπὸ τὴ φύση του. Ὁ Χριστὸς διὰ τοῦ Σταυροῦ χαρίζει τὴν υἱοθεσία.
ΤΟ ΠΡΩΤΟ κακὸ εἶναι ἡ ἄγνοια• δεύτερη ἀκολουθεῖ ἡ ἀπιστία.
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ταπεινοφροσύνη ἡ καταδίκη τῆς συνείδησής μας ἀλλὰ ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ ἐπίγνωση τῆς συμπάθειάς Του.
Ἅγιος Διάδοχος Φωτικῆς
ΤΟ ΚΑΚΟ δὲν ὑπάρχει στὴ φύση, οὔτε εἶναι κανεὶς πλασμένος κακός• τίποτε κακὸ δὲν δημιούργησε ὁ Θεός. Ὅταν κάποιος ἐπιθυμήσει στὴν καρδιά του τὸ κακὸ καὶ δώσει ἔτσι ὑπόσταση στὸ ἀνυπόστατο, τότε ἀρχίζει νὰ ὑπάρχει, ὅπως ἀκριβῶς τὸ θέλησε αὐτὸς ποὺ τὸ δημιουργεῖ. Πρέπει ἑπομένως νὰ φροντίζουμε πάντοτε νὰ ἔχουμε στὴ μνήμη μας τὸν Θεό καὶ νὰ πολεμοῦμε τὴ συνήθεια γιὰ τὸ κακό. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ γίνει γιατὶ ἡ φύση τοῦ καλοῦ εἶναι πιὸ δυνατὴ ἀπὸ τὴ συνήθεια γιὰ τὸ κακό, ἀφοῦ τὸ καλὸ ὑπάρχει ἐνῶ τὸ κακὸ δὲν ὑπάρχει, παρὰ μόνο ὅταν τὸ κάνουμε.
Ὅσιος Πέτρος ὁ Δαμασκηνός
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΚΕΣ οἱ τροφὲς ἀλλὰ ἡ γαστριμαργία• οὔτε τὰ χρήματα ἀλλὰ ἡ φιλαργυρία• οὔτε ἡ ὁμιλία ἀλλὰ ἡ φλυαρία• οὔτε τὰ εὐχάριστα τοῦ κόσμου ἀλλὰ ἡ ὑπερβολή• οὔτε ἡ ἀγάπη γιὰ τοὺς δικούς μας παρὰ μόνο ὅταν γίνεται ἀφορμὴ νὰ μὴν εὐγνωμονοῦμε τὸν Θεό• οὔτε τὰ ροῦχα ὅταν τὰ ἔχουμε γιὰ νὰ σκεπαζόμαστε καὶ νὰ φυλαγόμαστε ἀπὸ τὸ κρῦο καὶ τὸν καύσωνα, ἀλλὰ τὰ περιττὰ καὶ τὰ πολυτελῆ• οὔτε τὰ σπίτια ὅταν τὰ ἔχουμε γιὰ νὰ φυλαγόμαστε ἀπ᾽ αὐτὰ ποὺ μόλις εἶπα καὶ ἀκόμη ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, θηρία καὶ ἀνθρώπους, ἀλλὰ τὰ διόροφα καὶ τριόροφα, τὰ μεγάλα καὶ πολυδάπανα• οὔτε ἡ ἰδιοκτησία ἀλλὰ ὅ,τι δὲν ἀνήκει στὰ ἀπολύτως ἀπαραίτητα• οὔτε τὸ νὰ ἔχουν βιβλία βλάπτει ὅσους ἐπιθυμοῦν πολὺ τὴν ἀκτημοσύνη ἀλλὰ τὸ νὰ μὴν τὰ χρησιμοποιοῦν γιὰ θεοπρεπῆ ἀνάγνωση• οὔτε οἱ φίλοι ἀλλὰ οἱ φίλοι ποὺ δὲν κάνουν καλὸ στὴν ψυχή μας• οὔτε ἡ γυναίκα εἶναι κάτι κακὸ ἀλλὰ ἡ πορνεία• οὔτε ὁ πλοῦτος ἀλλὰ ἡ φιλαργυρία• οὔτε τὸ κρασὶ ἀλλὰ ἡ μέθη• οὔτε ἡ φυσιολογικὴ ὀργή, ἐκείνη ποὺ νοιώθουμε ἐναντίον τῆς ἁμαρτιῶν μας, ἀλλὰ ἐκείνη ποὺ νοιώθουμε γιὰ τοὺς συνανθρώπους μας• οὔτε ἡ ἐξουσία ἀλλὰ ἡ ἀρχομανία• οὔτε ἡ δόξα ἀλλὰ φιλοδοξία καὶ αὐτὸ ποὺ εἶναι ἀκόμα χειρότερο, ἡ κενοδοξία• οὔτε ἡ ἀρετὴ ἀλλὰ τὸ νὰ νομίζουμε ὅτι εἶναι δική μας• οὔτε ἡ γνώση ἀλλὰ τὸ νὰ νομίζουμε πὼς εἴμαστε γνωστικοὶ καὶ αὐτὸ ποὺ εἶναι ἀκόμα χειρότερο, ν᾽ ἀγνοοῦμε τὴν ἄγνοιά μας• οὔτε ἡ ἀληθινὴ γνώση ἀλλὰ ἡ ἀπατηλή• οὔτε ὁ κόσμος εἶναι κάτι κακὸ ἀλλὰ τὰ πάθη• οὔτε ἡ φύση ἀλλὰ οἱ διαστροφές• οὔτε ἡ ὁμόνοια, ἀλλὰ ἡ ὁμόνοια τῶν κακοποιῶν κι ἐκείνη ποὺ δὲν βοηθάει στὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς• οὔτε τὰ μέλη τοῦ σώματος ἀλλὰ ἡ κακὴ χρήση τους• γιατὶ ἡ ὅραση δὲν μᾶς δόθηκε γιὰ νὰ βλέπουμε ὅσα δὲν πρέπει ἀλλὰ γιὰ νὰ δοξάζουμε τὸν Δημιουργὸ βλέποντας τὰ κτίσματά του καὶ νὰ προοδεύουμε σύμφωνα μὲ τὰ ἀληθινὰ συμφέροντα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματός μας• οὔτε ἡ ἀκοὴ γιὰ ν᾽ ἀσχολούμαστε μὲ συκοφαντίες καὶ ἀνοησίες ἀλλὰ γιὰ ν᾽ ἀκοῦμε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ κάθε φωνή, ἀνθρώπων, πτηνῶν καὶ ὅλων τῶν ἄλλων, καὶ νὰ δοξάζουμε τὸν Ποιητή τους• οὔτε ἡ ὄσφρηση γιὰ νὰ γίνει μαλθακὴ ἡ ψυχὴ καὶ νὰ χάνει τὸ φρόνημά της μέσα στ᾽ ἀρώματα, ὅπως λέει ὁ Θεολόγος, ἀλλὰ γιὰ ν᾽ ἀναπνέουμε καὶ νὰ δεχόμαστε τὸν ἀέρα ποὺ μᾶς χάρισε ὁ Θεὸς καὶ νὰ τὸν δοξάζουμε γι᾽ αὐτό• γιατὶ χωρὶς τὸν ἀέρα κανένα σῶμα δὲν μπορεῖ νὰ ζήσει οὔτε ἀνθρώπου οὔτε ζώου (...) Καὶ τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια δὲν μᾶς δόθηκαν γιὰ νὰ κλέβουμε καὶ ν᾽ ἁρπάζουμε καὶ νὰ κτυποῦμε τοὺς ἄλλους ἀλλὰ γιὰ νὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε στὶς θεάρεστες ἐργασίες• οἱ πιὸ ἀδύναμοι στὴν ψυχὴ γιὰ νὰ δίνουν ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχοὺς καὶ νὰ βοηθοῦν ὅσους ἔχουν ἀνάγκη κι ἔτσι νὰ τελειοποιοῦνται, καὶ οἱ ἰσχυρότεροι στὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα γιὰ ν᾽ ἀσκοῦν ἀκτημοσύνη καὶ νὰ μιμοῦνται τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς ἅγιους μαθητές Του καὶ γιὰ νὰ δοξάζουν τὸν Θεὸ καὶ νὰ θαυμάζουν πῶς ὑπάρχει καὶ στὰ μέλη μας ἡ σοφία Του. Καὶ πῶς τὰ χέρια αὐτὰ καὶ τ᾽ ἀδύναμα δάκτυλά μας μὲ τὴν πρόνοια τοῦ Θεοῦ εἶναι ἱκανὰ γιὰ κάθε ἐπιστήμη καὶ ἐργασία, γραφὴ καὶ δεξιότητα• ἀπ᾽ ὅπου προέρχεται ἡ γνώση τῶν ἀναρίθμητων τεχνῶν καὶ γραφῶν, τῆς ἐπιστήμης καὶ τῶν διαφόρων φαρμάκων, τόσων γλωσσῶν καὶ γραμμάτων• καὶ γενικὰ ὅλα ὅσα ἔχουν γίνει καὶ γίνονται καὶ θὰ γίνουν εἶναι δῶρα ποὺ μᾶς ἔχουν δοθεῖ καὶ μᾶς δίνονται συνεχῶς, ἔτσι ὥστε νὰ ἐπιβιώνουμε σωματικὰ καὶ νὰ σωθοῦμε ψυχικά, ἂν ὅλα αὐτὰ τὰ χρησιμοποιοῦμε σύμφωνα μὲ τοὺς σκοποὺς τοῦ Θεοῦ καὶ ἂν μέσα ἀπ᾽ αὐτὰ τὸν δοξάζουμε μὲ ἀπέραντη εὐγνωμοσύνη. Διαφορετικὰ ξεπέφτουμε καὶ καταστρεφόμαστε καὶ ὅλα στὴ ζωὴ αὐτὴ μᾶς ὁδηγοῦν στὴ θλίψη, ἀλλὰ καὶ σὲ αἰώνια κόλαση στὴ μέλλουσα ζωή, ὅπως ἔχει ἤδη εἰπωθεῖ.
Να πως δοκίμαζαν τους υποτακτικούς των οι παλαιοί άγιοι Γέροντες, ώσπου να μορφωθούν μέσα τους οι αρετές του Χριστού και πάνω απ' όλες η ταπεινοφροσύνη. Το ακόλουθο περιστατικό μας το διηγείται ο Όσιος Κασσιανός:
Ένα αρχοντόπουλο από την πόλη πήγε σ' ένα γειτονικό Κοινόβιο και ζήτησε να γίνει Καλόγερος. Ο Ηγούμενος, για να τον δεχτεί, του έκανε αυτή τη δοκιμασία: Του φόρεσε κουρέλια, του φόρτωσε στην πλάτη καμιά εικοσαριά πανέρια και τον έστειλε να τα πουλήσει στην πόλη. Τον πρόσταξε να μην τα δώσει όλα μαζί σε κανένα μαγαζί, μα ένα-ένα, γυρνώντας και διαλαλώντας το εμπόρευμα του στους πιο κεντρικούς δρόμους.
Το αρχοντόπουλο έκανε κατά γράμμα την προσταγή του Ηγουμένου του. Έτσι τον είδαν οι συγγενείς κι' οι φίλοι του και τον ρεζίλεψαν με την καρδιά τους. Μα σαν γύρισε το βράδυ στο Κοινόβιο, ο Αββάς τον κούρεψε αμέσως μοναχό. Ήταν άξιος, γιατί έδειξε ταπεινοσύνη.
Ένας νέος Μοναχός ρώτησε κάποιο γέροντα, πώς θα μπορούσε να γίνει μωρός για την αγάπη του Χρίστου. Εκείνος τότε του διηγήθηκε αυτό το περιστατικό:
Ένας γείτονας μου Ερημίτης περιμάζεψε ένα εγκαταλειμμένο παιδί στην καλύβα του και το μεγάλωσε. Μια μέρα τον άκουσα να το συμβουλεύει:
— Αν τύχη να σε βρίσει κανείς, Γάιε μου, εσύ ευλόγησε τον. Όταν σε προσκαλέσουν σε τραπέζι, φάγε τα χειρότερα κι' άφησε για τους άλλους τα καλλίτερα. Αν πρέπει να διάλεξης μόνος τα φορέματα σου, προτίμησε τα παλιά κι' άφησε στους άλλους τα καινούργια. Αν σε στείλουν...
Δεν πρόφτασε να τελείωση τη φράση του ο Γέροντας, το παιδί βιάστηκε να τον διακόψει:
— Μα για κουτό με περνάς, Άββά, να κάνω όλα τούτα που μου αραδιάζεις;
— Ναι, παιδί μου, αποκρίθηκε ο καλός Άββάς, γίνε μωρός, για την αγάπη του Χριστού μας, να βρεις γαλήνη στη ζωή σου.
Θέλοντας να βεβαιωθούν οι Γέροντες, αν πραγματικά ήταν τόσο ταπεινός και πράος ο Αββάς Αγάθων, όσο τουλάχιστον φημιζόταν, πήγαν μια μέρα τάχα θυμωμένοι στο κελί του και του φώναξαν:
— Εσύ είσαι ο Αγάθων, ο φαύλος και υπερήφανος;
— Ναι, Πατέρες μου, τέτοιος είμαι, αποκρίθηκε εκείνος, χωρίς καν να ταραχτεί.
— Και τολμάς να φλυαρείς και να κατακρίνεις τους αδελφούς; εξακολούθησαν οι άλλοι.
— Δίκιο έχετε, αλλά παρακαλέστε τον Θεό να μ' ελεήσει, είπε πάλι ο ταπεινός Αγάθων.
Τρεις ευσεβείς νέοι, φίλοι μεταξύ τους, ακολούθησαν τρεις διαφορετικούς δρόμους για την αγάπη του Χριστού.
Ο ένας αποφάσισε ν' αφιέρωσει τη ζωή του στο να συμφιλιώνει μεταξύ τους τους εχθρούς και αντιπάλους. Τον συγκινούσε βαθειά το έργον του ειρηνοποιού.
Ο άλλος, δοσμένος ολόψυχα στην αγάπη του πλησίον, πήγαινε βάλσαμο παρηγοριάς στους δυστυχισμένους.
Ο τρίτος, φλογερός εραστής της ησυχίας, πήγε στην έρημο να ζήσει ξένος κι' άγνωστος ανάμεσα στους ασκητές και ερημίτες.
Πέρασαν μερικά χρόνια. Ο πρώτος, αηδιασμένος απ τις δολοπλοκίες, τις αντιθέσεις, τις διαμάχες των ανθρώπων, που δεν είχαν ποτέ σταματημό, πήγε να βρει το σύντροφο του να δεί μήπως εκείνος είχε πιο επιτυχία στο έργο του. Αλλά κι' εκείνος ήταν απογοητευμένος. Η δυστυχία κι η κακομοιριά των συνανθρώπων του ήταν τόσο μεγάλη που δεν έφθανε να την ανακούφιση, καθώς ήθελε. Κι οι δύο μαζί τότε ξεκίνησαν να συναντήσουν τον παλιό τους φίλο να δουν τί κέρδος είχε εκείνος από την ξενιτεία του. Τον βρήκαν στο ερημητήριο του κι' αφού του διηγήθηκαν τα βάσανα τους, τον ρώτησαν τί απόκτησε ζώντας τόσα χρόνια αποτραβηγμένος από τον κόσμο. Εκείνος αντί να τους αποκριθεί με λόγια, έκανε τούτο το παράξενο: Πήρε ένα δοχείο, το γέμισε νερό κι' είπε στους φίλους του να κοιτάξουν μέσα.
— Βλέπετε τίποτε; τους ρώτησε.
— Νερό ταραγμένο.
Ύστερα από λίγο, όταν το νερό είχε ηρεμήσει πια, τους είπε να ξανακοιτάξουν μέσα.
— Τί βλέπετε;
— Τα πρόσωπα μας, αποκρίθηκαν εκείνοι.
— Να, λοιπόν, τί απόκτησα στην ηρεμία της ερήμου, είπε τότε ο ησυχαστής. Βλέπω κάθε μέρα και γνωρίζω καλλίτερα τον εαυτό μου, τις ελλείψεις και τις αδυναμίες μου. Αγωνίζομαι να διορθωθώ και ποτέ δεν ένοιωσα κόπο κι' απογοήτευση.
Οι άλλοι δύο συμφώνησαν πώς ο ερημίτης είχε δίκαιο.
Όσο κι' αν κοπιάσεις να σπείρεις στο δρόμο που πατιέται, χλωρό φύλλο δε φυτρώνει• άλλο τόσο κι' αν μοχθήσεις να καλλιεργήσεις καρδιά βαρυμένη με βιοτικές μέριμνες, άδικα κοπιάζεις• αδύνατον είναι να βλάστηση αρετές. Γι' αυτό οι Πατέρες διάλεξαν την ξενιτεία, λέγει κάποιος Αββάς.
Όταν έπαψαν οι Εβραίοι ν' ασχολούνται με τις δουλειές των Αιγυπτίων, κι' έμειναν στις σκηνές, έμαθαν πώς να λατρεύουν τον Θεό, λέγει σοφός Πατήρ. Και τα πλοία, όχι στο πέλαγος, αλλά στο λιμάνι εμπορεύονται και κερδίζουν. Το ίδιο κι' η ψυχή, αν δεν πάψη ν' ασχολείται με τα πράγματα του κόσμου και δε μείνει σε τόπο ήσυχο, ούτε τον Θεό βρίσκει, ούτε αρετές αποκτά.
Αληθινή ξενιτεία είναι να γνωρίζει να συγκρατεί ο άνθρωπος τη γλώσσα του όπου κι' αν βρίσκεται, έλεγε ο Αββάς Τιθόης.
Σ' ένα νέο, που είχε αποφασίσει να μονάσει σε Κοινόβιο, ο Αββάς Ποιμήν έδωσε την ακόλουθη συμβουλή:
— Αν θέλεις, αδελφέ, να γίνεις καλός μοναχός και μάλιστα κοινοβιάτης, κράτησε καλά στο νου σου αυτά τα δύο: Πρώτον, απόφευγε τις περιττές κουβέντες, και, δεύτερον, μην απόκτησης ποτέ δικό σου πράγμα, ούτε μικρό λαγήνι για νερό, και θα είσαι σ' όλη σου τη ζωή αναπαυμένος.
Ένας από τους παλαιότερους Πατέρας συνήθιζε να λέγει πως πολλοί από τούς Μοναχούς μοίρασαν τα υπάρχοντα τους στους φτωχούς, άφησαν γονείς και φίλους και κλείστηκαν στα Μοναστήρια για την αγάπη του Χριστού. Κατόρθωσαν τα πιο μεγάλα, μα νικήθηκαν στα μικροπράγματα κι' έγιναν παιγνίδι στα χέρια του διαβόλου. Κι' όλα αυτά συνέβησαν, γιατί καταπάτησαν την υπόσχεση της ακτημοσύνης, κρατώντας στο κελί τους σακούλια με ξηρούς καρπούς, καλαθάκια με οπωρικά, βελόνες, ψαλίδια ή ζώνες. Δεν καταλαβαίνουν οι δυστυχείς πως μ' αυτόν τον τρόπο ακολουθούν τον Ανανία και τη Σαπφείρα των Πράξεων.
Αγάπα, αδελφέ, τα φτωχικά ενδύματα, αν θέλεις να διώξεις από την καρδιά σου την υψηλοφροσύνη. Όποιος αγαπά την πολυτέλεια, είναι αδύνατο να απόκτηση ταπεινοσύνη. Είναι φυσικό να διαμορφώνεται ο εσωτερικός άνθρωπος σύμφωνα με τον εξωτερικό.
Ο Αββάς Παμβώ θέλει τον μοναχό ντυμένο με τέτοια ρούχα, που, αν τα πετάξει στο δρόμο, να μη καταδεχτούν ούτε οι ζητιάνοι να τα πάρουν.
Κάποιος πλούσιος χριστιανός επισκέφτηκε κάποτε έναν Ερημίτη και, φεύγοντας, του πρόσφερε ένα γερό φιλοδώρημα. Εκείνος όμως με κανένα τρόπο δεν ήθελε να το δεχτεί.
— Πάρε το, Αββά, τον παρακαλούσε ο επισκέπτης, και μοίρασέ το στους φτωχούς.
— Αυτό είναι διπλή ντροπή για μένα, τέκνον μου, του αποκρίθηκε ο Γέροντας, να παίρνω χωρίς να έχω ανάγκη και να κενοδοξώ μοιράζοντας τα ξένα ελεημοσύνη.
Αν δώσεις ελεημοσύνη, λέγει άλλος Γέροντας, κι ο λογισμός σε θλίβει πως έδωσες πολύ, μη δίνης προσοχή σ' αυτόν, γιατί είναι σατανικός. Καλλίτερα όμως για σένα είναι να ζεις με τόση ακτημοσύνη, πού να έχεις ανάγκη από τους άλλους να σ' ελεούν. Εκείνος πού δίνει, έχει την ικανοποίηση πως κάνει κάτι καλό. Αλλ' όποιος στερείται και δεν έχει ποτέ να δώσει κάτι, αποκτά ταπεινοσύνη με τη σκέψη πως ποτέ δεν κάνει τίποτε καλό. Έτσι έζησαν οι Πατέρες μας. Μ' αυτόν τον τρόπο βρήκε τον Θεό ο Μέγας Αρσένιος.
Επαινούσαν οι Πατέρες την ακτημοσύνη και την αφιλοχρηματία του Αββά Αγάθωνος και του υποτακτικού του. Όταν κατέβαιναν στην αγορά να πουλήσουν το εργόχειρο τους έλεγαν μία φορά την τιμή στον αγοραστή. Αν εκείνος άρχιζε τα παζαρέματα, αυτοί σώπαιναν και τον άφηναν να του δώσει όσα ήθελε. Αν πάλι είχαν ανάγκη οι ίδιοι να αγοράσουν κάτι, έδιναν αμέσως τα χρήματα που τους ζητούσαν, χωρίς να βγάλουν λέξη από το στόμα τους.
Ένας σοφός Γέροντας, στον οποίον πήγαιναν πολλοί για συμβουλές, συνήθιζε να λέγει:
— Πόσο καλλίτερα θα ήταν για μένα να διδάσκομαι παρά να κάνω το δάσκαλο στους άλλους.
— Ποιό είναι το έργο του Μοναχού; ρώτησε μια μέρα το νεαρό υποτακτικό του ο Όσιος Μακάριος.
— Συ ρωτάς εμένα, Αββά; είπε ντροπαλά ο νέος.
— Γιατί όχι; αποκρίθηκε ο Όσιος. Μυαλό έχεις να σκεφτείς.
— Νομίζω πως ο Μοναχός δεν έχει άλλο έργο ανώτερο από το να βιάζει διαρκώς τον εαυτό του να κάνη το καλό, είπε τότε ο υποτακτικός.
Ο Γέροντας συμφώνησε πως ήταν πολύ ορθή η απάντηση του.
Τι είναι ταπείνωσις, Αββά; ρώτησαν κάποιον Γέροντα οι αδελφοί της σκήτης.
— Ταπείνωσις, παιδιά μου, αποκρίθηκε εκείνος, είναι να σού φταίξει ο άλλος και συ να τον συγχωρέσεις παρ'ευθύς, χωρίς να περιμένεις να σου ζητήσει συγγνώμη.
Πιο σύντομο δρόμο για τον Ουρανό από την ταπεινοσύνη δε μπορείς να βρεις, έλεγε άλλος Πατήρ.
Δύο Επίσκοποι σε γειτονικές επαρχίες, ο ένας πλούσιος και ισχυρός, ο άλλος φτωχός και ταπεινός, παρεξηγήθηκαν κάποτε γι' ασήμαντη αφορμή. Από τότε ζητούσε ο πλούσιος ευκαιρία να εκδικηθεί το φτωχό. Εκείνος όμως δε φοβήθηκε κι' έλεγε συχνά στους κληρικούς του:
— Κάνετε υπομονή, Αδελφοί, εμείς θα νικήσουμε στο τέλος.
Σ' ένα μεγάλο πανηγύρι, που ο πλούσιος Επίσκοπος με πομπή ατέλειωτη λιτάνευε την εικόνα του Αγίου που γιόρταζε, ο γείτονάς του πήρε όλους τους κληρικούς του και πήγε στην επαρχία του.
— Θα κάνετε ότι κάνω εγώ, τους είχε ειπεί, και σήμερα, με τη δύναμη του Θεού, θα τον νικήσουμε.
— Τί έχει στο νου του τάχα να κάνη; έλεγαν με απορία εκείνοι μεταξύ τους.
Σαν έφτασαν στη γειτονική πόλη, η πομπή βρισκόταν στον πιο κεντρικό δρόμο. Τότε ο ταπεινός Επίσκοπος, με όλο του τον κλήρο, έπεσε στα πόδια του αντιπάλου του και είπε δυνατά για ν' ακουστεί απ' όλους:
— Συγχώρεσέ μας, δέσποτα, δούλοι σου είμαστε όλοι.
Ό ισχυρός Επίσκοπος εκάμφθηκε και, διώχνοντας τη σκληρότητα από την καρδιά του, αγκάλιασε τον αδελφό του και του είπε ταπεινά:
— Σύ είσαι Πατέρας και δεσπότης μου.
Από την ήμερα εκείνη απόκτησαν μεγάλη φιλία μεταξύ τους.
Δεν σας έλεγα, τέκνα μου, πως θα τον νικήσουμε; έλεγε ο φτωχός Επίσκοπος στους κληρικούς του. Η ταπεινοσύνη είναι αληθινή δύναμη στη ζωή.
ΕτικέτεςΑΠΟΦΘΕΓΜΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(Atom)
ΒΑΣΚΑΝΙΑ
ΠΑΤΕΡΙΚΑ ΔΙΔΑΓΜΑΤΑ
ΠΡΟΣΦΟΡΟ
ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ
- Καινούργια Ζευγάρια
- Την οικογένεια τη χρειαζόμαστε
- ΑΓΙΟΙ ΠΡΟΣΤΑΤΕΣ
- ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ
- Μάθε να περιμένεις (α΄).
- Μάθε να περιμένεις (β΄)
- Η πνευματική ζωή των συζύγων
- Ἡ Χριστιανικὴ Οἰκογένεια
- Γιατί πολλά παιδιά δεν ακολουθούν το Χριστό;
- Οι δέκα μακαρισμοί της οικογένειας
- Προσευχὴ τῶν συζύγων καὶ τῆς οἰκογενείας
- Τι είναι και τι δεν είναι σταυρός στην οικογένεια
- Η ΑΓΑΜΗ ΜΗΤΕΡΑ
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου